- ΔΗΛΩΣΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
Christine Lagarde, Πρόεδρος της ΕΚΤ,
Luis de Guindos, Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ
Φρανκφούρτη, 14 Δεκεμβρίου 2023
Καλησπέρα, ο Αντιπρόεδρος και εγώ σας καλωσορίζουμε στη συνέντευξη Τύπου μας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Ενώ ο πληθωρισμός υποχώρησε τους τελευταίους μήνες, είναι πιθανόν να αυξηθεί ξανά προσωρινά σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Σύμφωνα με τις τελευταίες μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά στη διάρκεια του επόμενου έτους και στη συνέχεια να προσεγγίσει τον στόχο μας του 2% το 2025. Συνολικά, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και σε 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβολές εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, αυτό αντιστοιχεί σε προς τα κάτω αναθεώρηση για το 2023 και ιδίως για το 2024.
Ο υποκείμενος πληθωρισμός υποχώρησε περαιτέρω. Όμως οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν αυξημένες, πρωτίστως λόγω του έντονου ρυθμού αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι ο πληθωρισμός χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,0% το 2023, 2,7% το 2024, 2,3% το 2025 και σε 2,1% το 2026.
Οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων μας εξακολουθούν να μεταδίδονται δυναμικά στην οικονομία. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επιδρούν ανασταλτικά στη ζήτηση και αυτό συμβάλλει στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Πέραν αυτού, η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος επομένως κρίνουν ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.
Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%. Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο. Οι μελλοντικές αποφάσεις μας θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής μας θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο.
Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι το πρωταρχικό εργαλείο που διαθέτουμε για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Σήμερα αποφασίσαμε επίσης να προχωρήσουμε την ομαλοποίηση του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.
Οι αποφάσεις που λήφθηκαν σήμερα παρουσιάζονται σε δελτίο Τύπου που είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο μας.
Θα σας παρουσιάσω τώρα με περισσότερες λεπτομέρειες το πώς περιμένουμε ότι θα εξελιχθεί η οικονομία και ο πληθωρισμός και στη συνέχεια θα εξηγήσω την αξιολόγησή μας όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες.
Οικονομική δραστηριότητα
Η οικονομία της ζώνης του ευρώ συρρικνώθηκε ελαφρώς το γ΄ τρίμηνο, κυρίως λόγω μείωσης των αποθεμάτων. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και η υποτονική εξωτερική ζήτηση είναι πιθανόν να συνεχίσουν να επηρεάζουν ανασταλτικά την οικονομική δραστηριότητα σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Οι προοπτικές είναι ιδιαίτερα υποτονικές για τον τομέα των κατασκευών και τον τομέα της μεταποίησης, τους δύο τομείς που επηρεάζονται περισσότερο από τα υψηλότερα επιτόκια. Η δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών επίσης αναμένεται να υποχωρήσει τους προσεχείς μήνες. Αυτό οφείλεται στις δευτερογενείς επιδράσεις από την υποτονικότερη βιομηχανική δραστηριότητα, στην εξασθένηση των επιδράσεων από την επανεκκίνηση της οικονομίας και στη διεύρυνση των επιδράσεων από τις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης.
Η αγορά εργασίας συνεχίζει να στηρίζει την οικονομία. Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 6,5% τον Οκτώβριο και η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,2% στη διάρκεια του γ΄ τριμήνου. Ταυτόχρονα, η υποτονικότερη οικονομία επηρεάζει ανασταλτικά τη ζήτηση εργαζομένων, καθώς οι επιχειρήσεις δημοσιεύουν λιγότερες αγγελίες για θέσεις εργασίας τους τελευταίους μήνες. Επιπλέον, αν και οι άνθρωποι που εργάζονται είναι περισσότεροι, ο συνολικός αριθμός των πραγματικών ωρών εργασίας υποχώρησε κατά 0,1% το γ΄ τρίμηνο.
Καθώς η ενεργειακή κρίση αποκλιμακώνεται, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να αίρουν τα σχετικά μέτρα στήριξης. Αυτό είναι σημαντικό προκειμένου να αποφευχθεί η ώθηση προς τα πάνω των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών πιέσεων, κάτι που διαφορετικά θα απαιτούσε μια ακόμη πιο περιοριστική νομισματική πολιτική. Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες ούτως ώστε να κάνουν την οικονομία μας πιο παραγωγική και να μειώσουν σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος. Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για τη βελτίωση του παραγωγικού δυναμικού της ζώνης του ευρώ – οι οποίες θα υποστηρίζονταν από την πλήρη υλοποίηση του προγράμματος Next Generation EU – μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των πιέσεων στις τιμές μεσοπρόθεσμα, ενώ στηρίζουν την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Προς τον σκοπό αυτό, είναι σημαντικό να επιτευχθεί γρήγορα συμφωνία σχετικά με τη μεταρρύθμιση του πλαισίου για την οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ. Επιπλέον, είναι επιτακτική ανάγκη να επιταχυνθούν η πρόοδος προς την Ένωση Κεφαλαιαγορών και η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης.
Πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός υποχώρησε τους τελευταίους δύο μήνες, σε ετήσιο ρυθμό 2,4% τον Νοέμβριο σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat. Αυτή η υποχώρηση ήταν γενικευμένη. Ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας μειώθηκε περαιτέρω και ο πληθωρισμός των τιμών των ειδών διατροφής επίσης υποχώρησε, παρότι παρέμεινε συνολικά σχετικά υψηλός. Αυτόν τον μήνα, ο πληθωρισμός είναι πιθανόν να αυξηθεί λόγω της ανοδικής επίδρασης της βάσης σύγκρισης για το κόστος της ενέργειας. Το 2024 αναμένουμε τον πληθωρισμό να μειωθεί βραδύτερα λόγω περαιτέρω ανοδικών επιδράσεων της βάσης σύγκρισης και της σταδιακής άρσης των προηγούμενων δημοσιονομικών μέτρων που είχαν σκοπό να περιορίσουν τις επιπτώσεις που προκάλεσε η διαταραχή των τιμών της ενέργειας.
Ο πληθωρισμός χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής μειώθηκε σχεδόν κατά μία ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα στη διάρκεια των προηγούμενων δύο μηνών, σε 3,6% τον Νοέμβριο. Η μείωση αυτή αντανακλά τις βελτιωμένες συνθήκες προσφοράς, την εξασθένηση των επιδράσεων της προηγούμενης διαταραχής των τιμών της ενέργειας και τον αντίκτυπο της πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής στη ζήτηση και στην τιμολογιακή δύναμη των επιχειρήσεων. Οι ρυθμοί πληθωρισμού για τις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών υποχώρησαν σε 2,9% και 4,0% αντίστοιχα.
Όλοι οι δείκτες μέτρησης του υποκείμενου πληθωρισμού υποχώρησαν τον Οκτώβριο, αλλά οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παρέμειναν αυξημένες, κυρίως λόγω του έντονου ρυθμού αύξησης των μισθών σε συνδυασμό με τη μείωση της παραγωγικότητας. Οι δείκτες μέτρησης των πιο μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό διαμορφώνονται κυρίως γύρω στο 2%, με ορισμένους δείκτες που βασίζονται στην αγορά και αφορούν την αντιστάθμιση έναντι πληθωρισμού να υποχωρούν από αυξημένα επίπεδα.
Αξιολόγηση κινδύνων
Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη παρέμειναν καθοδικοί. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι χαμηλότερη εάν οι επιδράσεις της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν εντονότερες από ό,τι αναμένεται. Μια υποτονικότερη παγκόσμια οικονομία ή μια περαιτέρω επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου επίσης θα επηρέαζαν ανασταλτικά την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν βασικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών για το μέλλον να μειωθεί. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι υψηλότερη αν η άνοδος των πραγματικών εισοδημάτων αυξήσει την κατανάλωση περισσότερο από ό,τι αναμένεται ή η παγκόσμια οικονομία αναπτυχθεί με εντονότερο ρυθμό από ό,τι αναμένεται.
Οι ανοδικοί κίνδυνοι για τον πληθωρισμό περιλαμβάνουν τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, που θα μπορούσαν να αυξήσουν τις τιμές της ενέργειας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, και τις ακραίες καιρικές συνθήκες, που θα μπορούσαν να ωθήσουν προς τα πάνω τις τιμές των ειδών διατροφής. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε επίσης να διαμορφωθεί σε υψηλότερο επίπεδο από ό,τι αναμένεται αν οι πληθωριστικές προσδοκίες κινούνταν σε υψηλότερο επίπεδο από τον στόχο μας ή οι μισθοί ή τα περιθώρια κέρδους αυξάνονταν περισσότερο από ό,τι αναμένεται. Αντιθέτως, ο πληθωρισμός μπορεί να είναι απροσδόκητα χαμηλός αν η νομισματική πολιτική περιορίσει τη ζήτηση περισσότερο από ό,τι αναμένεται ή το οικονομικό περιβάλλον στον υπόλοιπο κόσμο επιδεινωθεί απρόσμενα, ενδεχομένως λόγω εν μέρει της πρόσφατης αύξησης των γεωπολιτικών κινδύνων.
Χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες
Τα επιτόκια της αγοράς έχουν μειωθεί σημαντικά μετά την τελευταία συνεδρίασή μας και είναι χαμηλότερα από τα επιτόκια που ενσωματώνονται στις μακροοικονομικές προβολές. Η περιοριστική νομισματική πολιτική μας εξακολουθεί να μεταδίδεται έντονα στις ευρύτερες συνθήκες χρηματοδότησης. Τα επιτόκια χορηγήσεων αυξήθηκαν ξανά τον Οκτώβριο, σε 5,3% για τα επιχειρηματικά δάνεια και 3,9% για τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια.
Τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού, η υποτονική ζήτηση δανείων και η πιο περιοριστική προσφορά δανείων έχουν αποδυναμώσει περαιτέρω τη δυναμική των πιστώσεων. Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις μειώθηκαν με ετήσιο ρυθμό 0,3% τον Οκτώβριο και τα δάνεια προς τα νοικοκυριά επίσης παρέμειναν υποτονικά, καθώς αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 0,6%. Με την εξασθένηση των χορηγήσεων και τη μείωση του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος, η ποσότητα χρήματος με την ευρεία έννοια – όπως μετρείται με το μέγεθος Μ3 – συνέχισε να συρρικνώνεται. Τον Οκτώβριο μειώθηκε με ετήσιο ρυθμό 1,0%.
Σύμφωνα με τη στρατηγική μας για τη νομισματική πολιτική, το Διοικητικό Συμβούλιο αξιολόγησε σε βάθος τις σχέσεις που συνδέουν τη νομισματική πολιτική με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ έχουν επιδείξει την ανθεκτικότητά τους. Διαθέτουν υψηλούς κεφαλαιακούς δείκτες και έχουν σημαντικά περισσότερη κερδοφορία τον τελευταίο χρόνο. Όμως οι προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παραμένουν εύθραυστες στο τρέχον περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης, υποτονική ανάπτυξη και γεωπολιτικές εντάσεις. Συγκεκριμένα, η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί αν το κόστος άντλησης χρηματοδότησης των τραπεζών αυξανόταν περισσότερο από ό,τι αναμένεται και αν περισσότεροι δανειολήπτες δυσκολεύονταν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Ταυτόχρονα, ο συνολικός αντίκτυπος ενός τέτοιου σεναρίου στην οικονομία θα πρέπει να περιοριστεί αν οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντιδράσουν με συντεταγμένο τρόπο. Η μακροπροληπτική πολιτική παραμένει η πρώτη γραμμή άμυνας έναντι της συσσώρευσης χρηματοπιστωτικών ευπαθειών και τα μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή συμβάλλουν στη διαφύλαξη της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Συμπεράσματα
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%. Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα επιτόκια βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή στην έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο μας. Οι μελλοντικές αποφάσεις μας θα διασφαλίσουν ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο προκειμένου να διασφαλίσουν αυτήν την έγκαιρη επαναφορά. Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του 2024 και να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του PEPP στο τέλος του 2024.
Σε κάθε περίπτωση, είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε όλα τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας εντός των ορίων της εντολής που μας έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας και να διαφυλάξουμε την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Και τώρα είμαστε στη διάθεσή σας για ερωτήσεις.
Για την ακριβή διατύπωση η οποία έχει συμφωνηθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο, συμβουλευθείτε την αγγλική έκδοση.
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας
- Sonnemannstrasse 20
- 60314 Frankfurt am Main, Germany
- +49 69 1344 7455
- media@ecb.europa.eu
Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.
Εκπρόσωποι Τύπου