Συνοπτική παρουσίαση
Οι προοπτικές για τη ζώνη του ευρώ επιδεινώθηκαν κάπως, καθώς η ανάπτυξη είναι ασθενέστερη και ο πληθωρισμός υψηλότερος και πιο επίμονος σε σχέση με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου 2022.[1] Εντονότερη της αναμενόμενης οικονομική ανάπτυξη καταγράφηκε στη διάρκεια του καλοκαιριού, λόγω της τόνωσης της δραστηριότητας στον τομέα των υπηρεσιών από την επανεκκίνηση της οικονομίας και τα κρατικά μέτρα στήριξης. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση, ο υψηλός πληθωρισμός, η αυξημένη αβεβαιότητα, η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επιδρούν ανασταλτικά στην οικονομική δραστηριότητα και έχουν ήδη οδηγήσει σε απότομη επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το γ΄ τρίμηνο του 2022. Οι εμπειρογνώμονες αναμένουν τώρα μια βραχύβια και ήπια ύφεση στη ζώνη του ευρώ κατά την αλλαγή του έτους. Καθώς οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία εξελίσσονται και τροφοδοτούν τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, οι προσδοκίες των καταναλωτών και των επιχειρήσεων παρέμειναν υποτονικές, ενώ τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα διαβρώνονται και οι αυξανόμενες πιέσεις από την πλευρά του κόστους οδηγούν σε μείωση της παραγωγής, ιδίως σε ενεργοβόρους κλάδους. Οι αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις αναμένεται να μετριαστούν εν μέρει από τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής. Επιπλέον, τα υψηλά επίπεδα αποθεμάτων φυσικού αερίου και οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για μείωση της ζήτησης και υποκατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου από εναλλακτικές πηγές υποδηλώνουν ότι η ζώνη του ευρώ αναμένεται να αποφύγει την ανάγκη για υποχρεωτικές περικοπές της παραγωγής λόγω της ενεργειακής κρίσης στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, αν και οι κίνδυνοι διατάραξης του ενεργειακού εφοδιασμού παραμένουν αυξημένοι, ιδίως για τον χειμώνα του 2023-24. Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς θα διαμορφώνεται μια νέα ισορροπία στην αγορά ενέργειας, αναμένεται ότι η αβεβαιότητα θα μειωθεί και τα πραγματικά εισοδήματα θα βελτιωθούν. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να ανακάμψει, υποβοηθούμενος και από την ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης και την εξάλειψη των εναπομενόντων προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, παρά τις λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης. Η αγορά εργασίας αναμένεται να παραμείνει σχετικά ανθεκτική στην επικείμενη ήπια ύφεση, αντανακλώντας την τάση των επιχειρήσεων να διατηρούν το πλεονάζον προσωπικό υπό συνθήκες κατά τις οποίες οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού εξακολουθούν να είναι σημαντικές. Συνολικά, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά, από 3,4% το 2022 σε 0,5% το 2023, και στη συνέχεια να ανακάμψει σε 1,9% το 2024 και 1,8% το 2025. Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, οι προοπτικές για την αύξηση του ΑΕΠ έχουν αναθεωρηθεί προς τα άνω κατά 0,3 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2022, λόγω των καλύτερων του αναμενόμενου εξελίξεων στη διάρκεια του καλοκαιριού, και έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω κατά 0,4 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2023, ενώ για το 2024 παραμένουν αμετάβλητες.
Ο πληθωρισμός συνέχισε να αποκλίνει προς τα άνω σε σχέση με ό,τι προβλεπόταν στις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022 και επεκτάθηκε σε όλες τις συνιστώσες του ΕνΔΤΚ, παρά τις απότομες μειώσεις των χονδρικών τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, την εξασθένηση της ζήτησης, την άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και τα μέτρα που έλαβαν οι κυβερνήσεις για τη συγκράτηση του πληθωρισμού των τιμών της ενέργειας. Ο γενικός πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) αναμένεται πλέον να παραμείνει εξαιρετικά αυξημένος βραχυπρόθεσμα καθώς οι πιέσεις σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών που σχετίζονται με προηγούμενες αυξήσεις των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, η προηγούμενη υποτίμηση του ευρώ, οι ελλείψεις στην πλευρά της προσφοράς και η στενότητα στις αγορές εργασίας εξακολουθούν να μεταδίδονται στις τιμές καταναλωτή. Ωστόσο, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί από 8,4% κατά μέσο όρο το 2022 σε 6,3% το 2023, υποχωρώντας από 10% το τελευταίο τρίμηνο του 2022 σε 3,6% το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Στη συνέχεια, αναμένεται να μειωθεί σε 3,4% κατά μέσο όρο το 2024 και 2,3% το 2025. Η μείωση του πληθωρισμού στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής αντανακλά τις έντονες καθοδικές επιδράσεις της βάσης σύγκρισης που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση σε όλη τη διάρκεια του 2023, τη σταδιακή επίδραση της εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2021, τις ασθενέστερες προοπτικές για την ανάπτυξη και την υπόθεση ότι οι διεθνείς τιμές της ενέργειας και των τροφίμων θα μειωθούν, σύμφωνα με τις τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, καθώς και την υπόθεση ότι οι πιο μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα παραμείνουν σταθεροποιημένες. Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει στο επίπεδο του στόχου της ΕΚΤ για πληθωρισμό 2% μεσοπρόθεσμα το β΄ εξάμηνο του 2025, ενώ ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής θα παραμείνει πάνω από 2% σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Στη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα συμβάλλουν κυρίως οι έμμεσες επιδράσεις, που εκδηλώνονται με χρονική υστέρηση, των υψηλών τιμών της ενέργειας και της προηγούμενης έντονης υποτίμησης του ευρώ (παρά την πρόσφατη ελαφρά ανατίμηση), καθώς και οι θετικές εξελίξεις στις αγορές εργασίας και οι επιδράσεις των μέτρων αντιστάθμισης του πληθωρισμού στους μισθούς, οι οποίοι αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμούς πολύ υψηλότερους από τις μέσες ιστορικές παρατηρήσεις σε ονομαστικούς όρους (αν και σε πραγματικούς όρους εκτιμάται ότι θα παραμένουν κάτω από τα επίπεδα που είχαν παρατηρηθεί πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής). Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, ο γενικός πληθωρισμός έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα άνω για το 2022 (κατά 0,3 της ποσοστιαίας μονάδας), το 2023 (κατά 0,8 της ποσοστιαίας μονάδας) και το 2024 (κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα), αντανακλώντας πρόσφατα απροσδόκητα στοιχεία, την επαναξιολόγηση της έντασης και της επιμονής των πιέσεων σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών και τη μετακύλισή τους, την εντονότερη άνοδο των μισθών και την αύξηση των τιμών των τροφίμων. Αυτές οι ανοδικές επιδράσεις υπεραντισταθμίζουν την καθοδική επίδραση των υποθέσεων για χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, την ταχύτερη άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, την πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ και τις ασθενέστερες προοπτικές για την ανάπτυξη. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα νέα δημοσιονομικά μέτρα που αποφασίστηκαν μετά τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, τα περισσότερα από τα οποία αποσκοπούν στη συγκράτηση των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας το 2023, περιορίζουν την προς τα άνω αναθεώρηση του πληθωρισμού το 2023, αλλά συμβάλλουν σημαντικά στην αναθεώρηση προς τα άνω για το 2024, καθώς πολλά από τα μέτρα θα λήξουν.
Πίνακας
Προβολές για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ
Η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις προβολές των εμπειρογνωμόνων παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Ένας βασικός κίνδυνος για τις προοπτικές της ζώνης του ευρώ εξακολουθεί να σχετίζεται με το ενδεχόμενο σοβαρότερων διαταράξεων του ενεργειακού εφοδιασμού στην Ευρώπη, οι οποίες θα οδηγήσουν σε περαιτέρω έξαρση των τιμών της ενέργειας και σε περικοπές της παραγωγής. Σύμφωνα με ένα σενάριο δυσμενών εξελίξεων που αντανακλά αυτόν τον κίνδυνο, ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος σε σχέση με το βασικό σενάριο των προβολών το 2023 και το 2024 (7,4% και 3,6% αντίστοιχα) λόγω της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας, ενώ στη συνέχεια θα μειωθεί σε επίπεδο χαμηλότερο από ό,τι στο βασικό σενάριο σε 2,0% το 2025, καθώς θα εξασθενούν οι διαταραχές στην πλευρά της προσφοράς και θα κυριαρχεί η επίδραση, με χρονική υστέρηση, των δυσμενών διαταραχών στην πλευρά της ζήτησης. Το πραγματικό ΑΕΠ σύμφωνα με το σενάριο δυσμενών εξελίξεων θα συρρικνωθεί κατά 0,6% το 2023 και στη συνέχεια θα ανακάμψει κατά 0,2% το 2024 και κατά 2,0% το 2025. Το σενάριο αυτό περιγράφεται λεπτομερέστερα στο Πλαίσιο 3.
1 Πραγματική οικονομία
Η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε σημαντικά το γ΄ τρίμηνο του 2022, καθώς οι ισχυρές επιδράσεις από την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας μετά την πανδημία και από την άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού μετριάστηκαν από τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη και την ενίσχυση των εισαγωγών, σε συνδυασμό με τις υποτονικές εξαγωγές και τον υψηλό πληθωρισμό (Διάγραμμα 1). Η εγχώρια ζήτηση συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη, υποβοηθούμενη από την έντονη αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης –η οποία υποστηρίχθηκε από τις εμμένουσες επιδράσεις της επανεκκίνησης της οικονομίας κατά τους θερινούς μήνες– και τη σημαντική επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων. Αυτή η σημαντική επιτάχυνση αντανακλά την άμβλυνση των διαταράξεων στις αλυσίδες εφοδιασμού και την έντονη αύξηση των επενδύσεων σε προϊόντα διανοητικής ιδιοκτησίας στην Ιρλανδία. Η θετική συμβολή της εγχώριας ζήτησης αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από το εμπορικό ισοζύγιο, το οποίο είχε έντονα αρνητική συμβολή στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ το γ΄ τρίμηνο. Η αύξηση του Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών (Purchasing Managers’ Index – PMI) για τα αποθέματα τελικών προϊόντων και η μείωση των νέων παραγγελιών επιβεβαίωσαν τη θετική συμβολή της δημιουργίας αποθεμάτων το εν λόγω τρίμηνο. Συνολικά, η ανάπτυξη ήταν ελαφρώς υψηλότερη τόσο το β΄ τρίμηνο όσο και το γ΄ τρίμηνο από ό,τι αναμενόταν στις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022.
Διάγραμμα 1
Αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ
Καθώς η διαταραχή των τιμών της ενέργειας που απορρέει από τον πόλεμο στην Ουκρανία μεταδίδεται στην οικονομία, με υψηλό πληθωρισμό και αβεβαιότητα και με μειώσεις της παραγωγής σε ενεργοβόρους κλάδους, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να συρρικνωθεί ελαφρώς τόσο το δ΄ τρίμηνο του 2022 όσο και το α΄ τρίμηνο του 2023. Με την εξασθένηση των επιδράσεων από την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας μετά την πανδημία, η αύξηση του πληθωρισμού, η άνοδος των τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων, η χαμηλή εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, καθώς και οι χαμηλές προσδοκίες, αναμένεται να περιορίσουν τόσο τις καταναλωτικές όσο και τις κεφαλαιακές δαπάνες στη διάρκεια του χειμώνα. Αυτό αποτυπώνεται στους πιο πρόσφατους δείκτες ερευνών, όπως ο δείκτης PMI, οι οποίοι υποδηλώνουν ευρεία συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας το δ΄ τρίμηνο του 2022, παρά την περαιτέρω άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, τα οποία είχαν επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα τα προηγούμενα τρίμηνα. Η δυσμενής επίδραση του πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, σε συνδυασμό με την ενδεχόμενη αύξηση της αποταμίευσης για λόγους πρόνοιας, αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις δαπάνες των νοικοκυριών στο τέλος του έτους. Σε ένα περιβάλλον σχεδόν πρωτοφανούς χαμηλής εμπιστοσύνης των καταναλωτών και υψηλής αβεβαιότητας, οι υπερβάλλουσες αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρευθεί στη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού (COVID-19) –από το απόθεμά τους λιγότερο από το μισό έχει υψηλή ρευστότητα και το μεγαλύτερο μέρος συγκεντρώνεται στα πλουσιότερα νοικοκυριά[2] – είναι λιγότερο πιθανό να λειτουργήσει ως μηχανισμός προστασίας έναντι των επιπτώσεων που ασκούν οι δυσμενείς διαταραχές στο πραγματικό εισόδημα. Συνολικά, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,2% το δ΄ τρίμηνο του 2022 και κατά 0,1% το α΄ τρίμηνο του 2023 (ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω κατά 0,1 της ποσοστιαίας μονάδας και για τα δύο τρίμηνα σε σχέση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022).
Η πρόοδος που έχει σημειωθεί όσον αφορά την αναπλήρωση των αποθεμάτων φυσικού αερίου σημαίνει ότι θα υπάρξει επαρκής εφοδιασμός τον ερχόμενο χειμώνα, αν και αυτό βασίζεται στην υπόθεση ότι η ζήτηση φυσικού αερίου θα μειωθεί, με κάποιες αρνητικές οικονομικές επιδράσεις. Μετά την οριστικοποίηση των προβολών των εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, ο εφοδιασμός με φυσικό αέριο από τη Ρωσία μειώθηκε περαιτέρω, ιδίως λόγω της διακοπής των ροών μέσω του αγωγού Nord Stream 1. Το βασικό σενάριο του Δεκεμβρίου υποθέτει ότι οι ρωσικές ροές φυσικού αερίου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) θα συνεχιστούν στα σημερινά τους επίπεδα –που αντιστοιχούν περίπου στο 14% των μέσων επιπέδων τους για την περίοδο 2017-21– και οι μη ρωσικές ροές φυσικού αερίου (οι οποίες έχουν ήδη αυξηθεί κατά περίπου 20% σε σύγκριση με τα μέσα επίπεδά τους πριν από την εισβολή στην Ουκρανία) θα αυξηθούν περαιτέρω το 2023, καθώς θα υπάρξει πρόσθετος εφοδιασμός με φυσικό αέριο μέσω αγωγών και με υγροποιημένο φυσικό αέριο. Ταυτόχρονα, οι υψηλές τιμές οδηγούν σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, σε γενικές γραμμές όπως προβλέπει η συμφωνία των κρατών μελών της ΕΕ να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου κατά 15%. Με βάση την υπόθεση ότι οι χειμερινές καιρικές συνθήκες θα είναι φυσιολογικές, το σενάριο δεν προβλέπει ότι θα επιβληθούν ποσοτικοί περιορισμοί στην προμήθεια φυσικού αερίου. Ωστόσο, εξακολουθεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος ελλείψεων, ιδίως για τον χειμώνα του 2023-24 (βλ. το Πλαίσιο 3 για τον αντίκτυπο των πιο απαισιόδοξων υποθέσεων όσον αφορά την προμήθεια φυσικού αερίου). Αν και διατυπώνεται η υπόθεση ότι θα αποφευχθεί η επιβολή ποσοτικών περιορισμών στην προμήθεια φυσικού αερίου, οι υψηλές τιμές της ενέργειας ενδέχεται να καταστήσουν ορισμένες δραστηριότητες μη προσοδοφόρες στους πιο ενεργοβόρους τομείς, οδηγώντας σε αναστολή της παραγωγής λόγω των συνθηκών στην αγορά, με αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη.
Τα δημοσιονομικά μέτρα που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη το 2023, ωστόσο αυτό αντισταθμίζεται από την άρση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης που είχαν ληφθεί προηγουμένως λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Τα δημοσιονομικά μέτρα στις χώρες της ζώνης του ευρώ, τα οποία πρόσφατα επεκτάθηκαν με στόχο την αντιστάθμιση των υψηλών τιμών της ενέργειας και του υψηλού πληθωρισμού (βλ. Ενότητα 2) εξουδετερώνουν την επίδραση άλλων μέτρων διακριτικής ευχέρειας, κυρίως λόγω της άρσης των προηγούμενων μέτρων που είχαν ληφθεί για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού και τη στήριξη της ανάκαμψης, συνεπώς τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που λαμβάνονται κατά τη διακριτική ευχέρεια των εθνικών αρχών εκτιμάται ότι συνολικά θα έχουν γενικά ουδέτερη επίδραση στην ανάπτυξη το 2023. Ωστόσο, τα περισσότερα μέτρα που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση αναμένεται να αρθούν τα επόμενα έτη, εφόσον κατά τη συμβατική πρακτική το βασικό σενάριο περιλαμβάνει μόνο τα μέτρα που έχουν εγκριθεί ή έχουν προσδιοριστεί λεπτομερώς και είναι πιθανό να εγκριθούν νομοθετικά. Ως εκ τούτου, την περίοδο 2024-25 η συμβολή της δημοσιονομικής στήριξης στην ανάπτυξη θα είναι αρνητική. Μεταξύ των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ληφθεί υπόψη στις προβολές του βασικού σεναρίου, αυτά που στηρίζουν την πράσινη μετάβαση εκτιμάται ότι θα έχουν θετική επίδραση κατά 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας στον ρυθμό ανάπτυξης το 2022, ενώ θα έχουν γενικά ουδέτερη επίδραση το 2023-24 και ελαφρώς αρνητική το 2025 καθώς ορισμένα μέτρα σταδιακά θα λήγουν.[3]
Από το β΄ εξάμηνο του 2023 η οικονομική δραστηριότητα θα αρχίσει να ανακάμπτει, με τη σταδιακή αποκατάσταση ισορροπίας στην αγορά ενέργειας, την υποχώρηση της αβεβαιότητας, την επίλυση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, τη βελτίωση των πραγματικών εισοδημάτων και την ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης, όμως το ΑΕΠ θα υπολείπεται σαφώς σε σχέση με την πορεία που αναμενόταν πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία (Διάγραμμα 2). Ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να επιταχυνθεί το β΄ εξάμηνο του 2023 και να παραμείνει υψηλός το 2024, αντανακλώντας την επανεξισορρόπηση της αγοράς ενέργειας, την ανάκαμψη της εμπιστοσύνης και τη μείωση της αβεβαιότητας. Η υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων θα επιτρέψει την ανάκαμψη του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος υπό συνθήκες αναμενόμενης ανθεκτικότητας των αγορών εργασίας. Επιπλέον, τα εναπομένοντα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού αναμένεται να επιλυθούν πλήρως μέχρι τα μέσα του 2023, η εξωτερική ζήτηση αναμένεται, βάσει των προβολών, να ανακάμψει και η ανταγωνιστικότητα των τιμών των εξαγωγών έναντι των βασικών εμπορικών εταίρων προβλέπεται να βελτιωθεί. Ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να επιβραδυνθεί ελαφρώς το 2025, αλλά να παραμείνει πάνω από τον προ της πανδημίας ιστορικό μέσο όρο του, καθώς η οικονομία ανακτά τον βηματισμό της έπειτα από διαδοχικές αρνητικές διαταραχές που την έπληξαν από την έναρξη της πανδημίας και μετά. Ωστόσο, το πραγματικό ΑΕΠ θα παραμείνει σαφώς σε χαμηλότερο επίπεδο από την πορεία που αναμενόταν πριν από ένα χρόνο.
Διάγραμμα 2
Πραγματικό ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ
Πίνακας 1
Μακροοικονομικές προβολές για τη ζώνη του ευρώ
Όσον αφορά τις συνιστώσες του ΑΕΠ, ο ρυθμός αύξησης της πραγματικής κατανάλωσης των νοικοκυριών αναμένεται να υποχωρήσει σημαντικά το 2023 και να ανακάμψει σταδιακά το 2024-25. Η άρση των περιορισμών λόγω πανδημίας έδωσε ώθηση στη δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών και στήριξε την ιδιωτική κατανάλωση τους θερινούς μήνες, αλλά οι επιδράσεις αυτές αναμένεται να εξασθενήσουν το τελευταίο τρίμηνο του 2022. Η ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία ώθησε προς τα άνω τις τιμές καταναλωτή και την αβεβαιότητα, έπληξε σοβαρά την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και μείωσε τα πραγματικά εισοδήματα, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά τις πραγματικές δαπάνες των νοικοκυριών και πιθανώς οδηγώντας σε συρρίκνωση της συνολικής κατανάλωσης σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός αύξησης της κατανάλωσης των νοικοκυριών αναμένεται να υποχωρήσει από 4,0% το 2022 σε μόλις 0,7% το 2023. Δεδομένης της υποχώρησης του πληθωρισμού και της υπόθεσης για μείωση της αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με τη σχετικά σταθερή αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, η κατανάλωση θα ανακάμψει σταδιακά και θα αυξηθεί κατά 1,5% το 2024 και το 2025.
Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να συρρικνωθεί το 2023, κυρίως λόγω του υψηλού πληθωρισμού, και να ανακάμψει σταδιακά το 2024-25. Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα εκτιμάται ότι μειώθηκε το 2022 λόγω του υψηλότερου πληθωρισμού και των χαμηλότερων συνολικών καθαρών δημοσιονομικών μεταβιβάσεων σε σχέση με το 2021 – αντανακλώντας την άρση των μέτρων στήριξης που σχετίζονται με την πανδημία και παρά την εφαρμογή πρόσθετων μέτρων για την αντιστάθμιση των υψηλών τιμών της ενέργειας. Αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω το 2023, υπό συνθήκες συνεχιζόμενου υψηλού πληθωρισμού σε συνδυασμό με την επιβραδυνόμενη αύξηση των εισοδημάτων από εργασία και άλλες πηγές, παρά την ενίσχυση του ρυθμού αύξησης των μισθών. Οι παράγοντες αυτοί υπεραντισταθμίζουν την ευνοϊκή επίδραση της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής στήριξης, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που θεσπίστηκαν πρόσφατα για την αντιστάθμιση των υψηλών τιμών της ενέργειας. Λόγω μείωσης του πληθωρισμού και ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται να ανακάμψει το 2024 και να ενισχυθεί περαιτέρω το 2025, υπερβαίνοντας σημαντικά το προ της πανδημίας επίπεδό του.
Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών αναμένεται να μειωθεί και να διαμορφωθεί χαμηλότερα από το προ της κρίσης επίπεδό του το 2023 και το 2024 και στη συνέχεια να ανακάμψει ελαφρώς το 2025. Η αυξημένη αβεβαιότητα αναμένεται να οδηγήσει σε πρόσκαιρη άνοδο του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών βραχυπρόθεσμα, παρά την ανάγκη να διατηρηθεί η κατανάλωση λόγω της επιδείνωσης της αγοραστικής δύναμης. Στη συνέχεια, το ποσοστό αποταμίευσης αναμένεται, βάσει των προβολών, να μειωθεί ελαφρώς το 2023-24, με αποτέλεσμα κάποια μείωση των αποταμιεύσεων που είχαν συσσωρευθεί στη διάρκεια της πανδημίας, αν και μικρότερη από ό,τι αναμενόταν στις προηγούμενες προβολές. Όσον αφορά την κατανομή του εισοδήματος, τα νοικοκυριά των χαμηλότερων εισοδηματικών ομάδων, τα οποία έχουν συσσωρεύσει σχετικά μικρά αποθέματα αποταμιεύσεων και είναι περισσότερο εκτεθειμένα στις πρόσφατες διαταραχές των τιμών της ενέργειας και των ειδών διατροφής, ίσως χρειαστεί να μειώσουν τις αποταμιεύσεις τους για να χρηματοδοτήσουν την κατανάλωση ειδών πρώτης ανάγκης. Τα πλουσιότερα και τα μεγαλύτερης ηλικίας νοικοκυριά ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν τις ρευστές αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρεύσει στη διάρκεια της πανδημίας για να στηρίξουν την κατανάλωσή τους, αλλά η επίδραση αυτή αναμένεται να περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό στο πλαίσιο της προνοητικής συμπεριφοράς τους. Καθώς ο πληθωρισμός θα συγκλίνει σταδιακά προς το 2%, το ποσοστό αποταμίευσης προβλέπεται ότι θα σταθεροποιηθεί αργότερα στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, προσεγγίζοντας το προ της πανδημίας επίπεδό του.
Πλαίσιο 1
Τεχνικές υποθέσεις όσον αφορά τα επιτόκια, τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες
Σε σύγκριση με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Σεπτεμβρίου 2022, οι τεχνικές υποθέσεις περιλαμβάνουν υψηλότερα επιτόκια, χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου, σημαντικά χαμηλότερες χονδρικές τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας και ανατίμηση του ευρώ. Οι τεχνικές υποθέσεις που αφορούν τα επιτόκια και τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων βασίζονται στις προσδοκίες της αγοράς σύμφωνα με στοιχεία έως και τις 23 Νοεμβρίου 2022. Τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια αφορούν το EURIBOR τριών μηνών, ενώ οι προσδοκίες της αγοράς εξάγονται από τα επιτόκια των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης. Σύμφωνα με τη μεθοδολογία, το μέσο επίπεδο αυτών των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων εκτιμάται σε 0,4% για το 2022, σε 2,9% για το 2024 και σε 2,5% για το 2025. Οι προσδοκίες της αγοράς για τις ονομαστικές αποδόσεις των 10ετών ομολόγων του Δημοσίου στη ζώνη του ευρώ υποδηλώνουν μέσο ετήσιο επίπεδο 1,8% για το 2022 και σταδιακή αύξηση στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής σε 2,7% για το 2025.[4] Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, οι προσδοκίες της αγοράς για τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια έχουν αναθεωρηθεί προς τα άνω κατά περίπου 20, 90 και 60 μονάδες βάσης για το 2022, το 2023 και το 2024 αντιστοίχως, λόγω προσδοκιών ότι τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας από τη νομισματική πολιτική θα αρθούν γρηγορότερα. Αυτό έχει οδηγήσει επίσης σε αναθεώρηση προς τα άνω των αποδόσεων των μακροπρόθεσμων κρατικών ομολόγων, κατά 20-50 μονάδες βάσης περίπου, στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής.
Πίνακας
Τεχνικές υποθέσεις
Οι τεχνικές υποθέσεις για τις τιμές του πετρελαίου έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω λόγω της ασθενέστερης ζήτησης, παρά τη μείωση της προσφοράς από τον ΟΠΕΚ+. Η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση και τα μέτρα καραντίνας στην Κίνα εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά τις τιμές του πετρελαίου μέσω της χαμηλότερης ζήτησης πετρελαίου. Σε σχέση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου το 2023 κατά 0,4%. Τα νέα μέτρα καραντίνας στην Κίνα αναμένεται να περιορίσουν περαιτέρω τη ζήτηση πετρελαίου, καθώς η κινεζική οικονομία πιθανότατα θα συνεχίσει να πλήττεται από την πολιτική μηδενικών κρουσμάτων του κορωνοϊού λόγω του αυξανόμενου αριθμού κρουσμάτων μεταξύ του πληθυσμού. Αυτοί οι παράγοντες από την πλευρά της ζήτησης υπεραντισταθμίζουν την πρόσφατη μείωση των στόχων παραγωγής πετρελαίου που έθεσε ο ΟΠΕΚ+ από την έναρξη της πανδημίας. Η καμπύλη των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί του πετρελαίου έχει μετατοπιστεί προς τα κάτω μετά τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022 (κατά 3,8% για το 2023 και κατά 4,7% για το 2024) και παραμένει σε καθοδική κλίση. Η τιμή του αργού πετρελαίου τύπου Brent ανά βαρέλι αναμένεται, βάσει των υποθέσεων, να διαμορφωθεί σε 86 δολάρια ΗΠΑ το 2023 και να μειωθεί σε 76 δολάρια ΗΠΑ το 2025.
Οι χονδρικές τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκαν απότομα, αλλά παραμένουν υψηλές, ενώ η υπόθεση για την πορεία των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών στο πλαίσιο του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω. Οι προσπάθειες των κρατών μελών της ΕΕ να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού αντί του ρωσικού φυσικού αερίου σε όλη τη διάρκεια του 2022 και οι πρόσφατες πολύ ήπιες καιρικές συνθήκες είχαν ως αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου να είναι σχεδόν πλήρεις στα μέσα Νοεμβρίου, οδηγώντας σε μεγάλη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Οι νέες υποθέσεις συνεπάγονται δραστική αναθεώρηση προς τα κάτω των τιμών του φυσικού αερίου σε σύγκριση με τις τεχνικές υποθέσεις των προβολών του Σεπτεμβρίου 2022 (κατά 47% για το 2023 και 41% για το 2024). Η μείωση ήταν ιδιαίτερα έντονη στην τιμή άμεσης παράδοσης (spot), ενώ οι τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης εξακολουθούν να σηματοδοτούν υψηλούς κινδύνους για τον εφοδιασμό, ιδίως για το επόμενο έτος, όταν η ΕΕ θα πρέπει να αναπληρώσει τα αποθέματά της σε φυσικό αέριο πριν από τον χειμώνα του 2023-24. Ως εκ τούτου, η καμπύλη των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί της τιμής του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο (TTF) παραμένει αυξημένη στα 124 ευρώ ανά MWh σε όλη τη διάρκεια του 2023 και σηματοδοτεί μείωση των τιμών του φυσικού αερίου μετά τη χειμερινή περίοδο του 2023-24 και περαιτέρω μείωση το 2025. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί των χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας έχουν επίσης αναθεωρηθεί προς τα κάτω σε σημαντικό βαθμό, αντικατοπτρίζοντας τη μεταβολή των υποθέσεων για τις τιμές του φυσικού αερίου. Ο αντίκτυπος εναλλακτικών υποθέσεων για τις τιμές της ενέργειας σε σχέση με αυτές που περιλαμβάνονται στις προβολές του βασικού σεναρίου αντανακλάται στην ανάλυση ευαισθησίας στο Πλαίσιο 4. Όσον αφορά τις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ, η υπόθεση για την εξέλιξή τους με βάση τις τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω μετά την τελευταία ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων για τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022 (-17% για το 2023 και το 2024) λόγω, μεταξύ άλλων, των ασθενέστερων προοπτικών οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και της πρότασης των υπουργών οικονομικών της ΕΕ να επισπευσθεί η πώληση πιστοποιητικών εκπομπών, ξεκινώντας από την άνοιξη του 2023.
Βάσει των υποθέσεων, στον χρονικό ορίζοντα προβολής οι διμερείς συναλλαγματικές ισοτιμίες θα παραμείνουν αμετάβλητες στα μέσα επίπεδα που επικρατούσαν το διάστημα δέκα εργάσιμων ημερών που έληξε κατά την τελευταία ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων. Αυτό συνεπάγεται ότι η μέση συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου ΗΠΑ ανά ευρώ θα διαμορφωθεί σε 1,05 το 2022 και 1,03 κατά το διάστημα 2023-2025, επίπεδο κατά 2% περίπου υψηλότερο από ό,τι αναμενόταν στις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022. Η υπόθεση για τη σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ υποδηλώνει ανατίμηση κατά 3% περίπου σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022.
Οι επενδύσεις σε κατοικίες αναμένεται να συρρικνωθούν σημαντικά το 2023, ως μία από τις συνιστώσες της ζήτησης που είναι περισσότερο εκτεθειμένη στην αυστηροποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης, και να ανακάμψουν με πολύ αργούς ρυθμούς στη διάρκεια του 2024-25. Η άνοδος των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων και η πιο περιορισμένη πρόσβαση σε πιστώσεις, καθώς και η επίμονα υψηλή αβεβαιότητα και ο αντίκτυπος του πληθωρισμού –ο οποίος αυξάνει το κόστος κατασκευής και ταυτόχρονα μειώνει την αγοραστική δύναμη και τη ζήτηση των νοικοκυριών– αναμένεται να επηρεάσουν δυσμενώς τις επενδύσεις σε κατοικίες και να οδηγήσουν σε μείωση το 2023. Ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων σε κατοικίες αναμένεται να επανέλθει σε θετικά επίπεδα το 2024. Ωστόσο, οι ρυθμοί αύξησης είναι πιθανόν να είναι συγκρατημένοι στο υπόλοιπο διάστημα του χρονικού ορίζοντα προβολής, καθώς οι πιο αυστηρές συνθήκες χρηματοδότησης αντισταθμίζουν εν μέρει τον αντίκτυπο από τις λιγότερο αρνητικές επιδράσεις του δείκτη Q του Tobin[5] και από το υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα.
Οι επιχειρηματικές επενδύσεις αναμένεται επίσης να επηρεαστούν σημαντικά από το αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης, σε συνδυασμό με την υψηλή αβεβαιότητα και τις αυξημένες τιμές της ενέργειας βραχυπρόθεσμα, αλλά αναμένεται να ανακάμψουν το 2024-25. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό το γ΄ τρίμηνο του 2022, λόγω της σημαντικής ανάκαμψης της παραγωγής αυτοκινήτων και ενδείξεων άμβλυνσης των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, εν μέρει χάρη στην εκπλήρωση των ακόμη πολλών παραγγελιών που εκκρεμούν, ενώ σημειώθηκε απότομη μείωση στις νέες παραγγελίες μετά το καλοκαίρι. Επίσης, αυτό αντανακλά την έντονη αύξηση των επενδύσεων σε προϊόντα διανοητικής ιδιοκτησίας στην Ιρλανδία. Η αυξημένη αβεβαιότητα που σχετίζεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι υψηλές τιμές της ενέργειας και τα αυξανόμενα επιτόκια έχουν οδηγήσει σε υποχώρηση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και σε χαμηλότερες προσδοκίες για την επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα των κεφαλαιακών αγαθών. Οι παράγοντες αυτοί, σε συνδυασμό με τις ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με τους δυνητικούς περιορισμούς στον ενεργειακό εφοδιασμό, αναμένεται τώρα να οδηγήσουν σε σύντομη, απότομη συρρίκνωση των επιχειρηματικών επενδύσεων σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Στη συνέχεια, οι επιχειρηματικές επενδύσεις αναμένεται να ανακάμψουν σταδιακά, καθώς θα υποχωρεί η αβεβαιότητα, θα αμβλύνονται τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού και θα ενισχύεται η τελική ζήτηση. Η συνεχιζόμενη διάθεση πόρων μέσω του προγράμματος Next Generation EU (NGEU) αναμένεται να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις, υποβοηθούμενες από τις αυξανόμενες προσπάθειες των επιχειρήσεων να απεξαρτήσουν την παραγωγή από τον άνθρακα (μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας REPowerEU της ΕΕ), ενόψει και της ανάγκης να μειωθεί η εξάρτηση από τη Ρωσία για την προμήθεια ενέργειας.
Πλαίσιο 2
Το διεθνές περιβάλλον
Η παγκόσμια οικονομία πλήττεται από αντίξοους παράγοντες που επιδεινώνουν τις προοπτικές για την παγκόσμια ανάπτυξη και την εξωτερική ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ, ενώ ο παγκόσμιος πληθωρισμός παραμένει υψηλός αλλά φαίνεται ότι έχει φθάσει στην κορύφωσή του. Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική πηγή διατάραξης, ιδίως στις αγορές ενέργειας και διατροφικών πρώτων υλών, και οι τιμές της ενέργειας, παρόλο που έχουν μειωθεί μετά τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, παραμένουν ευμετάβλητες. Επιπλέον, ιδίως στις αναδυόμενες οικονομίες, ο πόλεμος τροφοδοτεί την αβεβαιότητα σχετικά με την επισιτιστική ασφάλεια. Στην Κίνα, η απόφαση των αρχών να συνεχίσουν, προς το παρόν, να εφαρμόζουν στρατηγική μηδενικών κρουσμάτων κορωνοϊού και η ύφεση στον τομέα των οικιστικών ακινήτων επιδρούν περαιτέρω αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα. Ενώ οι περιορισμοί που σχετίζονται με την πανδημία και τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού έχουν αμβλυνθεί παγκοσμίως, οι υψηλές και επίμονες πληθωριστικές πιέσεις και οι δυσμενέστερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να καταγράψει υποτονική δυναμική το 2023, αλλά στη συνέχεια να ανακάμψει σταδιακά. Ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου πραγματικού ΑΕΠ (εκτός της ζώνης του ευρώ) αναμένεται, βάσει των προβολών, να επιβραδυνθεί έντονα το 2023 σε 2,6%, να διαμορφωθεί πολύ χαμηλότερα από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του (3,6%), και να επιταχυνθεί το 2024 και το 2025 σε 3,1% και 3,3% αντίστοιχα. Αυτή η εξασθένηση της παγκόσμιας οικονομίας οφείλεται κυρίως στις μεγάλες προηγμένες οικονομίες και την Κίνα. Η οικονομία των ΗΠΑ αναμένεται, βάσει των προβολών, να επιβραδυνθεί σημαντικά λόγω των δυσμενέστερων από ό,τι αναμενόταν χρηματοπιστωτικών συνθηκών, οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά την καταναλωτική δαπάνη και τις επενδύσεις. Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου είναι πιθανό να εισέλθει σε ύφεση, καθώς η ιδιωτική κατανάλωση πλήττεται από τις υψηλές τιμές καταναλωτή και το αυξανόμενο κόστος δανεισμού. Στην Κίνα, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το 2022 αναμένεται να αποκλίνει του στόχου που είχε θέσει η κυβέρνηση και να παραμείνει σε επίπεδο πολύ χαμηλότερο των προ της πανδημίας μέσων ρυθμών ανάπτυξης για το υπόλοιπο του χρονικού ορίζοντα προβολής. Στη Ρωσία, η οικονομία εισήλθε σε ύφεση το 2022, η οποία ήταν λιγότερο σοβαρή από ό,τι αναμενόταν αρχικά, λόγω της ανακατεύθυνσης των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου προς τις ασιατικές χώρες. Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου πραγματικού ΑΕΠ (χωρίς τη ζώνη του ευρώ) έχει αναθεωρηθεί προς τα άνω για το 2022 και προς τα κάτω για το 2023 και το 2024. Η αναθεώρηση προς τα άνω για το 2022 αντανακλά κυρίως το καλύτερο από ό,τι αναμενόταν αποτέλεσμα για το γ΄ τρίμηνο στις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία. Η χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής οφείλεται κυρίως στην Κίνα και, το 2024, στις ΗΠΑ.
Οι προοπτικές για την εξωτερική ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ επιδεινώθηκαν επίσης λόγω της εξασθένησης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας. Το παγκόσμιο εμπόριο υποχώρησε το β΄ τρίμηνο του 2022 λόγω της εξασθένησης της μεταποιητικής δραστηριότητας και των συνεχιζόμενων προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού, που εντάθηκαν με την επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Το εμπόριο εκτιμάται ότι παρέμεινε υποτονικό το β΄ εξάμηνο του έτους εν μέσω συνεχιζόμενων αντίξοων παραγόντων, παρά τη σχετική εξασθένηση των περιορισμών στον εφοδιασμό παγκοσμίως. Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, οι προοπτικές για το παγκόσμιο εμπόριο (εκτός της ζώνης του ευρώ) και την εξωτερική ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ έχουν αναθεωρηθεί προς τα άνω για το 2022, αντανακλώντας ισχυρότερη από ό,τι αναμενόταν δυναμική του εμπορίου στις προηγμένες οικονομίες, ιδίως στις ευρωπαϊκές χώρες εκτός της ζώνης του ευρώ. Η εξωτερική ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω για τα επόμενα έτη του χρονικού ορίζοντα προβολής, σύμφωνα με την εκτίμηση για εξασθένηση της οικονομικής ανάπτυξης.
Πίνακας
Το διεθνές περιβάλλον
Ο παγκόσμιος πληθωρισμός αυξήθηκε εκ νέου τον Οκτώβριο, ωθούμενος από τις εξελίξεις στις τιμές των ειδών διατροφής, αλλά η δυναμική του υποχώρησε περαιτέρω. Ο ετήσιος γενικός πληθωρισμός στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκε σε 10,7% τον Οκτώβριο, από 10,5% τον Σεπτέμβριο, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού σταθεροποιήθηκε σε 7,6%. Ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής αυξήθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα, αλλά αντισταθμίστηκε από τη συνεχιζόμενη πτώση του πληθωρισμού των τιμών της ενέργειας. Η δυναμική των εξελίξεων στον πληθωρισμό επιβραδύνθηκε περαιτέρω, συνεχίζοντας την τάση για κάπως μειούμενες πιέσεις στις τιμές που καταγράφεται από τον Ιούνιο και μετά. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των εξαγωγών των ανταγωνιστών της ζώνης του ευρώ αναμένεται να είναι αυξημένος βραχυπρόθεσμα και να υποχωρήσει στη συνέχεια, υπό συνθήκες σταδιακής μείωσης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και υποχώρησης των πιέσεων σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών.
Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά το εμπόριο της ζώνης του ευρώ το 2023, το οποίο αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να παραμείνει υποτονικό σε καθαρούς όρους το 2024-25, οδηγώντας σε επίμονα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η συρρίκνωση της εξωτερικής ζήτησης προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ το β΄ εξάμηνο του 2022 έχει επηρεάσει δυσμενώς τις προοπτικές για τις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ, παρά την άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και την προηγούμενη υποτίμηση του ευρώ. Οι χρόνοι παράδοσης από τους προμηθευτές συνέχισαν να μειώνονται, με αποτέλεσμα τη βελτίωση του εφοδιασμού σε διαρκή και τεχνολογικά αγαθά, συμπεριλαμβανομένων των ημιαγωγών, αλλά αυτό οφείλεται επίσης και στη χαμηλότερη ζήτηση. Για το 2023 αναμένονται πιο συγκρατημένοι ρυθμοί αύξησης των εισαγωγών και των εξαγωγών της ζώνης του ευρώ έπειτα από δύο έτη ανάκαμψης μετά την πανδημία. Αυτό σχετίζεται κυρίως με την αναμενόμενη χαμηλότερη ζήτηση διαρκών αγαθών. Η ανάκαμψη του τουρισμού αναμένεται να επιβραδυνθεί κάπως, καθώς η συμπιεσμένη ζήτηση τείνει να εξαντληθεί και η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και το διαθέσιμο εισόδημα πλήττονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση βραχυπρόθεσμα. Οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να έχουν ουδέτερη συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ το 2023, μικρή θετική συμβολή το 2024 και εκ νέου ουδέτερη συμβολή το 2025. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της ζώνης του ευρώ[6] αναμένεται να παραμείνει ελλειμματικό στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, δεδομένης της υποτονικής δυναμικής των καθαρών εξαγωγών. Οι όροι εμπορίου αναμένεται να βελτιωθούν στη διάρκεια του 2023. Μεσοπρόθεσμα, οι προοπτικές για τον τομέα των εξαγωγών αναμένεται να είναι συγκρατημένες λόγω της απώλειας ανταγωνιστικότητας εξαιτίας των υψηλών τιμών της ενέργειας.
Διάγραμμα 3
Πραγματικό ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ — ανάλυση στις κύριες συνιστώσες των δαπανών
Η αγορά εργασίας αναμένεται, βάσει των προβολών, να παραμείνει ανθεκτική βραχυπρόθεσμα και στη συνέχεια να συμβαδίσει σε γενικές γραμμές με την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας (Διάγραμμα 4). Έπειτα από έντονη άνοδο το 2022, ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης αναμένεται, βάσει των προβολών, να υποχωρήσει σημαντικά το 2023, αντανακλώντας τη χαμηλότερη ζήτηση εργατικού δυναμικού λόγω της επιβράδυνσης της οικονομίας. Βραχυπρόθεσμα, οι επιχειρήσεις αναμένεται να μειώσουν τον χρόνο απασχόλησης του προσωπικού τους, αποφεύγοντας να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων υπό συνθήκες σημαντικών ακόμα ελλείψεων εργατικού δυναμικού. Από το 2024 η απασχόληση αναμένεται, βάσει των προβολών, να συμβαδίζει σε γενικές γραμμές με τις προβλεπόμενες βελτιώσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο αναμένεται να υποχωρήσει σημαντικά από 1,3% το 2022 σε 0,1% το 2023. Αναμένεται να ανακάμψει σε 1,4% και 1,3% το 2024 και το 2025 αντίστοιχα. Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται, βάσει των προβολών, να αυξηθεί σε 6,9% το 2023 και στη συνέχεια να μειώνεται συνεχώς και να διαμορφωθεί σε επίπεδο 6,6% το 2025.
Διάγραμμα 4
Αγορά εργασίας ζώνης ευρώ
Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ έχει αναθεωρηθεί προς τα άνω κατά 0,3 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2022, προς τα κάτω κατά 0,4 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2023 και παραμένει αμετάβλητος το 2024. Η αναθεώρηση προς τα άνω για το 2022 αντανακλά τις καλύτερες του αναμενόμενου εξελίξεις το β΄ και το γ΄ τρίμηνο λόγω των ισχυρότερων από ό,τι αναμενόταν επιδράσεων από την επανεκκίνηση της οικονομίας μετά την πανδημία. Αυτό αντισταθμίστηκε μόνο εν μέρει από την προς τα κάτω αναθεώρηση το τελευταίο τρίμηνο του 2022, λόγω της ενεργειακής κρίσης και της συναφούς αυξημένης αβεβαιότητας, της μείωσης της εμπιστοσύνης και της ανόδου του πληθωρισμού. Οι παράγοντες αυτοί εξηγούν επίσης τις προς τα κάτω αναθεωρήσεις για τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023. Παρόλο που ο τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναμένεται, βάσει των προβολών, να αρχίσει να ανακάμπτει από το β΄ τρίμηνο του 2023, η ταχύτητα ανάκαμψης φαίνεται να είναι βραδύτερη από ό,τι αναμενόταν στις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022. Αυτό δημιουργεί αρνητική μεταφερόμενη επίδραση, η οποία αντισταθμίζει πλήρως την ισχυρότερη δυναμική εντός του έτους, με αποτέλεσμα να μην αναθεωρηθεί ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για το 2024.
Πλαίσιο 3
Σενάριο δυσμενών εξελίξεων που υποθέτει μειώσεις του ενεργειακού εφοδιασμού
Με δεδομένη την αβεβαιότητα που περιβάλλει τις οικονομικές προοπτικές της ζώνης του ευρώ λόγω των ανησυχιών σχετικά με τον ενεργειακό εφοδιασμό, το παρόν πλαίσιο παρουσιάζει ένα σενάριο δυσμενών εξελίξεων. Αυτό προβλέπει μεγαλύτερη διάρκεια της σύγκρουσης στην Ουκρανία και πλήρη διακοπή του εφοδιασμού με ρωσικό φυσικό αέριο, με πολύ χαμηλότερο επίπεδο υποκατάστασης από εναλλακτικές πηγές σε σχέση με τις υποθέσεις των προβολών του βασικού σεναρίου. Επίσης, υποθέτει υψηλότερες τιμές των βασικών εμπορευμάτων, αυξημένη αβεβαιότητα, εξασθένηση του εμπορίου και επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης σε σύγκριση με το βασικό σενάριο. Ως εκ τούτου, η οικονομική δραστηριότητα θα πλήττεται από εντονότερες δυσμενείς διαταραχές και θα είναι σημαντικά ασθενέστερη σε σχέση με τις προβολές του βασικού σεναρίου το 2023 και το 2024. Ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος και για τα δύο έτη, ιδίως το 2023 (Πίνακας Α), αλλά θα μειωθεί σε 2% το 2025.
Πίνακας Α
Προβολές του βασικού σεναρίου του Δεκεμβρίου 2022 και σενάριο δυσμενών εξελίξεων για τη ζώνη του ευρώ
Σε αντίθεση με τις προβολές του βασικού σεναρίου, το σενάριο δυσμενών εξελίξεων υποθέτει ελλείψεις στον εφοδιασμό με φυσικό αέριο προς το τέλος αυτού του χειμώνα και καθ’ όλη τη διάρκεια του επόμενου χειμώνα που θα οδηγήσουν σε επιβολή ποσοτικών περιορισμών και σε μείωση της παραγωγής. Οι εναπομένουσες ροές ρωσικού φυσικού αερίου θα διακοπούν και η δυνατότητα υποκατάστασης με προμήθειες από άλλες χώρες θα είναι πολύ πιο περιορισμένη σε σύγκριση με τις υποθέσεις του βασικού σεναρίου. Επιπλέον, τα μέτρα που εφαρμόζουν οι χώρες της ΕΕ για να περιορίσουν τη ζήτηση δεν θα είναι επιτυχημένα και οι προσεχείς δύο χειμώνες θα είναι ασυνήθιστα ψυχροί, με αποτέλεσμα κάποιες περιορισμένες ελλείψεις φυσικού αερίου προς το τέλος του φετινού χειμώνα και σοβαρότερες ελλείψεις κατά τη διάρκεια του χειμώνα 2023-24. Αυτό θα προκαλέσει διαταράξεις στις αλυσίδες αξίας και την ανάγκη επιβολής ποσοτικών περιορισμών στη χρήση ενέργειας ως εισροής κατά την παραγωγική διαδικασία. Ενώ ορισμένες χώρες εξαρτώνται λιγότερο από τον εφοδιασμό με ρωσικό φυσικό αέριο, άλλες χώρες θα υποστούν σοβαρές μειώσεις της παραγωγής λόγω της σημαντικής έλλειψης ενέργειας.
Αυτές οι διαταράξεις του εφοδιασμού θα οδηγήσουν επίσης σε σημαντικές αυξήσεις των τιμών της ενέργειας, ενώ περαιτέρω διαταράξεις στις ουκρανικές εξαγωγές σιτηρών θα προκαλέσουν επίσης εκτίναξη των τιμών των διατροφικών πρώτων υλών. Η πλήρης και μόνιμη διακοπή του εναπομένοντος εφοδιασμού της ΕΕ με ρωσικό φυσικό αέριο, καθώς και η στενότητα που θα παρατηρηθεί στην παγκόσμια αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), όταν οι ευρωπαϊκές χώρες θα αναπληρώνουν τα αποθέματα φυσικού αερίου ενόψει του χειμώνα του 2023-24, θα οδηγήσουν τις τιμές του φυσικού αερίου στην κορύφωσή τους στα τέλη του 2023 και στις αρχές του 2024 στα 275 ευρώ ανά MWh, δηλ. στην ανώτατη τιμή του φυσικού αερίου που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2022, η οποία είναι περίπου 125% υψηλότερη από τις υποθέσεις του βασικού σεναρίου (Πίνακας Β). Στη συνέχεια, οι τιμές του φυσικού αερίου θα μειώνονται σταδιακά, καθώς οι δυνατότητες εξαγωγής LNG παγκοσμίως και οι αντίστοιχες δυνατότητες εισαγωγής του στην ΕΕ θα αυξάνονται σταδιακά. Το σενάριο υποθέτει επίσης ότι η Ρωσία έχει περιορισμένη μόνο ικανότητα να ανακατευθύνει σε άλλες χώρες τις εξαγωγές πετρελαίου της, λόγω της απαγόρευσης της ΕΕ για τις ασφαλίσεις που αφορούν τη μεταφορά εξαγωγών πετρελαίου από τη Ρωσία και του ανώτατου ορίου τιμών του πετρελαίου που επέβαλε η Ομάδα G7, με αποτέλεσμα οι τιμές του πετρελαίου να αυξηθούν σε επίπεδο κατά 47% υψηλότερο του βασικού σεναρίου το α΄ τρίμηνο του 2023, αλλά να επανέλθουν στο επίπεδο του βασικού σεναρίου μέχρι τα μέσα του 2025, καθώς η αγορά πετρελαίου θα ανακτά σταδιακά την ισορροπία της. Το σενάριο υποθέτει επίσης κλείσιμο της θαλάσσιας οδού μέσω του Ευξείνου Πόντου και περαιτέρω διαταράξεις στις ουκρανικές εξαγωγές σίτου και αραβοσίτου, καθώς και δευτερογενείς επιδράσεις από την αύξηση του κόστους της ενέργειας και των τιμών των λιπασμάτων, κάτι που θα ωθήσει προς τα άνω τις διεθνείς τιμές των τροφίμων σε σχέση με τις υποθέσεις του βασικού σεναρίου.
Πίνακας B
Υποθέσεις του σεναρίου δυσμενών εξελίξεων
Η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα και το διεθνές εμπόριο θα επηρεαστούν αρνητικά σύμφωνα με το σενάριο δυσμενών εξελίξεων, με αποτέλεσμα σημαντική καθοδική επίδραση στην εξωτερική ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ. Η παράταση και η όξυνση του πολέμου στην Ουκρανία, με συνέχισή του και το 2023, και οι αυξανόμενες επιπτώσεις των διεθνών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, σε συνδυασμό με τις υψηλότερες τιμές των βασικών εμπορευμάτων, την αυξημένη αβεβαιότητα και τις δυσχερέστερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, θα ασκήσουν καθοδική επίδραση στην παγκόσμια οικονομία, ιδίως στην περιοχή της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον, λόγω σημαντικών διαταράξεων στο εμπόριο και τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, η εξωτερική ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ θα είναι σχεδόν 2% χαμηλότερη το 2023 και περίπου 3½% χαμηλότερη το 2024-25 σε σύγκριση με το βασικό σενάριο.
Η αύξηση της εγχώριας αβεβαιότητας συνεπάγεται σημαντική ανατιμολόγηση των μέσων της αγοράς και επιδείνωση των όρων τραπεζικών χορηγήσεων. Η συνεχιζόμενη έντονη σύγκρουση στην Ουκρανία θα οδηγήσει σε νέα αύξηση της αβεβαιότητας το α΄ τρίμηνο του 2023 και εκ νέου το γ΄ τρίμηνο του 2023 λόγω ανησυχιών για ελλείψεις φυσικού αερίου τον επόμενο χειμώνα. Αυτό συνεπάγεται περαιτέρω αύξηση της μεταβλητότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Σε σύγκριση με το βασικό σενάριο, οι τιμές των μετοχών προβλέπεται να μειωθούν κατά περίπου 4% το 2023. Οι τράπεζες θα επανατιμολογούν τα δάνεια με βάση το αυξημένο κόστος χρηματοδότησής τους και τον υψηλότερο κίνδυνο των δανειοληπτών που συνεπάγεται το σενάριο.
Το σενάριο δυσμενών εξελίξεων συνεπάγεται συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ το 2023 και σημαντικά ασθενέστερη ανάπτυξη σε σχέση με το βασικό σενάριο το 2024, ακολουθούμενη από ισχυρή, αλλά όχι πλήρη, ανάκαμψη το 2025. Οι επιπτώσεις των διαταράξεων στην παραγωγή βασίζονται σε αξιολόγηση των δυνατοτήτων υποκατάστασης της ενέργειας στην οικονομία,[7] ενώ οι περαιτέρω μακροοικονομικές επιδράσεις του συνολικού σεναρίου αξιολογήθηκαν με βάση το υπόδειγμα ECB-BASE.[8] Στο σενάριο δυσμενών εξελίξεων, σε σύγκριση με το βασικό σενάριο, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ θα είναι χαμηλότερος κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα το 2023 και κατά 1,7 ποσοστιαία μονάδα το 2024 και στη συνέχεια θα σταθεροποιηθεί το 2025 σε 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας πάνω από το επίπεδο του βασικού σεναρίου (Διάγραμμα). Ένας από τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλει στη δυσμενή εξέλιξη του ΑΕΠ είναι οι ελλείψεις στον εφοδιασμό με φυσικό αέριο και οι διαταράξεις που προκαλούν στην παραγωγή. Καθώς ο αντίκτυπος των διαταράξεων του εφοδιασμού θα αμβλύνεται λόγω της σταδιακής υποκατάστασης των ενεργειακών εισροών αλλά και λόγω της οικονομικής προσαρμογής, την ύφεση θα ακολουθήσει αύξηση του ΑΕΠ με ρυθμό κατά τι υψηλότερο από εκείνον που προβλέπεται στο βασικό σενάριο, ενώ το επίπεδο του ΑΕΠ στο σενάριο δυσμενών εξελίξεων θα παραμένει στο τέλος του χρονικού ορίζοντα χαμηλότερο από ό,τι στο βασικό σενάριο.[9]
Οι μεγάλες αυξήσεις των τιμών των βασικών εμπορευμάτων συνεπάγονται ισχυρές ανοδικές πιέσεις στις τιμές και παρατείνουν την αναμενόμενη περίοδο αυξημένου πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) εκτιμάται ότι θα αυξηθεί απότομα και θα διαμορφωθεί σε 7,4% το 2023 και 3,6% το 2024. Αυτό αντανακλά κυρίως τις διαταραχές στις τιμές των βασικών εμπορευμάτων και των ειδών διατροφής, καθώς και τη διαταραχή στην πλευρά της προσφοράς λόγω διαταράξεων στην παραγωγή. Ταυτόχρονα, η αρνητική επίδραση από τη χαμηλότερη ζήτηση αντισταθμίζει ελαφρώς τις πιέσεις στις τιμές το 2024, και πιο αισθητά το 2025, όταν η αντιστροφή των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας συμβάλλει στη μείωση του πληθωρισμού, ο οποίος εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 2%.
Διάγραμμα
Επίδραση στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ και στον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) στη ζώνη του ευρώ σύμφωνα με το σενάριο δυσμενών εξελίξεων σε σύγκριση με τις προβολές του βασικού σεναρίου του Δεκεμβρίου 2022
Η ανάλυση αυτή περιβάλλεται από σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας. Οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων, και ιδίως οι τιμές του φυσικού αερίου, είναι ιδιαίτερα ευμετάβλητες στην Ευρώπη στην παρούσα συγκυρία. Οι επιπτώσεις των διαταράξεων της παραγωγής που προκαλούνται από τις μειώσεις του εφοδιασμού με φυσικό αέριο εξαρτώνται καίρια από τον βαθμό στον οποίο το ρωσικό φυσικό αέριο συνεχίζει να υποκαθίσταται με εναλλακτικές πηγές, από τον βαθμό στον οποίο το αέριο μπορεί να υποκατασταθεί με άλλες εισροές και από τον τρόπο με τον οποίο η οικονομία προσαρμόζεται στο περιβάλλον τιμών. Η ανάλυση δεν λαμβάνει υπόψη την αντίδραση της νομισματικής πολιτικής που θα μπορούσε να περιορίσει τη διάδοση των διαταραχών σε μακροοικονομικό επίπεδο. Τέλος, δεδομένου του μεγάλου αριθμού κρατικών παρεμβάσεων που διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ, η ανάλυση δεν λαμβάνει υπόψη τις παρεμβάσεις των εθνικών κυβερνήσεων που θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν την παραγωγή, να θωρακίσουν τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα ή να μετριάσουν τη μετακύλιση των υψηλότερων τιμών των βασικών εμπορευμάτων στις τιμές καταναλωτή, πέρα από ό,τι ήδη περιλαμβάνεται στις προβολές του βασικού σεναρίου.
2 Δημοσιονομικές προοπτικές
Σημαντικά περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας έχουν ενσωματωθεί στο βασικό σενάριο σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022. Αυτό αντανακλά κυρίως την περαιτέρω δημοσιονομική στήριξη που αποφάσισαν οι κυβερνήσεις προκειμένου να αντιμετωπίσουν την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και το υψηλό κόστος διαβίωσης, η οποία ισοδυναμεί με περίπου 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ το 2022 και, κυρίως, 1,6 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ το 2023. Το δεύτερο μέγεθος για το 2023 αντανακλά τα νέα μέτρα τόνωσης της οικονομίας που εγκρίθηκαν από τις κυβερνήσεις στα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων τους για το προσεχές έτος. Με αυτές τις αναθεωρήσεις, τα συνολικά δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία τα οποία ενσωματώθηκαν στις προβολές ανέρχονται σε 2% περίπου του ΑΕΠ την περίοδο 2022-23. Με βάση τα μέχρι τώρα εγκριθέντα κυβερνητικά μέτρα, περίπου το 1/3 της δημοσιονομικής στήριξης –ιδίως οι δαπάνες για αντιστάθμιση των υψηλότερων τιμών της ενέργειας και του υψηλότερου πληθωρισμού και, σε κάποιο βαθμό, και για την ενίσχυση της άμυνας– θα συνεχίσει, βάσει των προβολών, να έχει επίπτωση στον προϋπολογισμό το 2024. Συνολικά, μετά την έντονη δημοσιονομική επέκταση το 2020 και κάποια συσταλτική μεταβολή το 2021 και μια αναμενόμενη συσταλτική μεταβολή το 2022, η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής της ζώνης του ευρώ, διορθωμένη ως προς τις επιχορηγήσεις του προγράμματος NGEU, αναμένεται πλέον, βάσει των προβολών, να χαλαρώσει κάπως το 2023, κυρίως λόγω των νέων μέτρων τόνωσης της οικονομίας. Καθώς, όπως διατυπώνεται στην υπόθεση, μεγάλο μέρος των μέτρων θα αντιστραφεί, η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής εκτιμάται, βάσει των προβολών, ότι θα γίνει πιο περιοριστική το 2024 και ότι θα παραμείνει σε γενικές γραμμές ουδέτερη το 2025. Εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα όσον αφορά τη δυνατότητα παράτασης των μέχρι σήμερα εγκεκριμένων μέτρων στήριξης λόγω της ενεργειακής κρίσης.[10]
Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα στη ζώνη του ευρώ αναμένεται, βάσει των προβολών, να επιδεινωθεί το 2023 και στη συνέχεια να βελτιωθεί, ενώ το δημόσιο χρέος αναμένεται, βάσει των προβολών, να μειωθεί σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, η βελτίωση του λόγου του δημοσιονομικού αποτελέσματος προς το ΑΕΠ προέρχεται πρωτίστως από την κυκλική συνιστώσα και δευτερευόντως από το χαμηλότερο κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές έλλειμμα, ενώ οι δαπάνες για τόκους αυξάνονται. Έπειτα από εκτιμώμενη βελτίωση για το 2022 (από -5,1% του ΑΕΠ το 2021 σε -3,5% το 2022), το δημοσιονομικό αποτέλεσμα αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να μειωθεί σε -3,7% το 2023. Περαιτέρω βελτιώσεις εκτιμώνται το 2024 και, σε μικρότερο βαθμό, το 2025 και επομένως στο τέλος του χρονικού ορίζοντα το δημοσιονομικό αποτέλεσμα αναμένεται, βάσει των προβολών, να διαμορφωθεί σε -2,6% του ΑΕΠ, ποσοστό που όμως παραμένει χαμηλότερο από το προ της πανδημίας επίπεδο (-0,6%). Μετά από την απότομη αύξηση το 2020, το συνολικό δημόσιο χρέος της ζώνης του ευρώ αναμένεται να μειωθεί στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, φθάνοντας το 88% του ΑΕΠ το 2025, ποσοστό που εξακολουθεί να υπερβαίνει το προ της πανδημίας επίπεδο (84%). Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στις ευνοϊκές διαφορές επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, η οποία υπεραντισταθμίζει τα επίμονα, αν και μειούμενα, πρωτογενή ελλείμματα. Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, η εξέλιξη του δημοσιονομικού αποτελέσματος έχει αναθεωρηθεί προς τα άνω για το 2022 και σημαντικά προς τα κάτω για το 2023, ενώ παρέμεινε αμετάβλητη για το 2024. Αυτές οι αναθεωρήσεις αντανακλούν κυρίως μεταβολές του κυκλικά διορθωμένου πρωτογενούς αποτελέσματος λόγω των παραγόντων που περιγράφηκαν παραπάνω. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, κυρίως λόγω των επιδράσεων της βάσης σύγκρισης από το 2021 και των κάπως ευνοϊκότερων προβολών για τη διαφορά επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης.
3 Τιμές και κόστος
Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) αναμένεται, βάσει των προβολών, να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 8,4% το 2022 και στη συνέχεια να μειωθεί σε 6,3% το 2023, 3,4% το 2024 και 2,3% το 2025. Αυτή η τάση του γενικού πληθωρισμού αντανακλά τις μειώσεις στους ετήσιους ρυθμούς μεταβολής όλων των κύριων συνιστωσών αλλά σε διαφορετικό βαθμό για καθεμία (Διάγραμμα 6). Πιο συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας θα μειωθεί έντονα στη διάρκεια του 2023, συμβάλλοντας σημαντικά στην υποχώρηση του γενικού πληθωρισμού από 10% στο τέλος του 2022 σε 3,6% το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Ωστόσο, θα εξακολουθήσει να αποτελεί κύριο παράγοντα που συμβάλλει στη διαμόρφωση του γενικού πληθωρισμού το 2024 σε επίπεδα σημαντικά άνω του στόχου της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό.
Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό εξακολουθούν να περιβάλλονται από υψηλή αβεβαιότητα, ωστόσο ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) αναμένεται να παραμείνει εξαιρετικά αυξημένος τους προσεχείς μήνες και στη συνέχεια καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 να καταγράφει σταθερή μείωση, στην οποία θα συμβάλουν οι επιδράσεις της βάσης σύγκρισης όσον αφορά τις τιμές της ενέργειας και η υποχώρηση των πιέσεων σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών, υποβοηθούμενος και από τα κυβερνητικά μέτρα (Διάγραμμα 5). Η απότομη άνοδος του γενικού πληθωρισμού το 2022 αντικατοπτρίζει τις μεγάλες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και των ειδών διατροφής, την έντονη άνοδο των τιμών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν επιπτώσεις στις τιμές από τις διαταράξεις στις αλυσίδες προσφοράς, καθώς και συνεχιζόμενες ανοδικές επιδράσεις στις τιμές των υπηρεσιών από την επανεκκίνηση των δραστηριοτήτων εντάσεως επαφών στον τομέα των υπηρεσιών. Αυτές οι ευρείας βάσης αυξήσεις των τιμών αντανακλούν την πρωτοφανή άνοδο του κόστους της ενέργειας και άλλων εισροών, η οποία ενσωματώνεται στις τιμές παραγωγού, σε συνδυασμό με τη ζήτηση που εξακολούθησε να είναι μάλλον εύρωστη έως τα μέσα του 2022. Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) αναμένεται να μειωθεί το 2023, σε μεγάλο βαθμό λόγω της απότομης πτώσης της συνιστώσας της ενέργειας. Αυτό με τη σειρά του αντανακλά καθοδικές επιδράσεις της βάσης σύγκρισης, οι οποίες επηρεάζουν κυρίως τις τιμές των καυσίμων. Σύμφωνα με τις υποθέσεις για την πορεία των τιμών του πετρελαίου, η υποχώρησή τους, με βάση τις προσδοκίες της αγοράς, επίσης συμβάλλει ελαφρώς στη μείωση, ενώ οι υποθέσεις για τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου υποδηλώνουν αρχικά περαιτέρω έντονες αυξήσεις και στη συνέχεια συμβάλλουν κι αυτές στην υποχώρηση.[11] Ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω τους επόμενους μήνες από ήδη υψηλούς ρυθμούς. Αυτό οφείλεται στις συνεχιζόμενες ισχυρές πιέσεις σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών από τις προηγούμενες αυξήσεις των τιμών των τροφίμων και από τις τιμές της ενέργειας και του κόστους άλλων εισροών, οι οποίες εντάθηκαν από τις εμφανιζόμενες με χρονική υστέρηση επιδράσεις της υποτίμησης του ευρώ, καθώς και από τις αυξήσεις των μισθών, συμπεριλαμβανομένων των κατώτατων μισθών. Ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής αναμένεται να αρχίσει να μετριάζεται αργότερα εντός του 2023, καθώς θα υποχωρούν αυτές οι πιέσεις από την πλευρά του κόστους. Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής αναμένεται, βάσει των προβολών, να κορυφωθεί γύρω στην αλλαγή του έτους και να μετριαστεί μάλλον βαθμιαία, με τον ρυθμό αύξησης να αυξάνεται και τις πιέσεις σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών να εξασθενούν με σημαντική βραδύτητα. Οι πιέσεις στις τιμές αναμένεται να είναι πιο επίμονες στον πληθωρισμό των τιμών των υπηρεσιών από ό,τι στον πληθωρισμό των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών.
Διάγραμμα 5
Πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) στη ζώνη του ευρώ
Οι τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να έχουν παρατεταμένη επίδραση στον γενικό πληθωρισμό λόγω της εμφανιζόμενης με χρονική υστέρηση μετακύλισης των χονδρικών τιμών σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ, σε συνδυασμό με μέτρα δημοσιονομικής στήριξης που μειώνουν τον πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στην επιμονή του σε μεταγενέστερο σημείο του χρονικού ορίζοντα. Ενώ η συνιστώσα των καυσίμων κίνησης αναμένεται να έχει αρνητική συμβολή στον πληθωρισμό ήδη από τα μέσα του 2023, οι τιμές καταναλωτή για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο αναμένεται να συνεχίσουν να έχουν θετική συμβολή και το 2025, παρά τις πρόσφατες έντονες μειώσεις των χονδρικών τιμών. Σε ορισμένες χώρες η μετακύλιση των χονδρικών τιμών στις λιανικές τιμές γίνεται σχετικά γρήγορα, μέσα σε λίγους μόνο μήνες, ενώ σε άλλες μπορεί να διαρκεί πολύ περισσότερο και να χρειάζεται 24 ή πλέον μήνες. Οι διαφορές αυτές συνδέονται με τη λειτουργία των εθνικών αγορών λιανικής και τον καθορισμό των τιμών σε αυτές, π.χ. σε ποια έκταση οι τιμές είναι διοικητικά καθοριζόμενες ή όχι, αν εφαρμόζονται σταθερά ή ευέλικτα συμβόλαια και ποια είναι η μέση διάρκεια της περιόδου σταθερών τιμών. Για ορισμένες χώρες, η συνήθης πορεία της εμφανιζόμενης με χρονική υστέρηση μετακύλισης υποδηλώνει επίσης ότι οι προηγούμενες εξελίξεις των χονδρικών τιμών δεν έχουν ακόμη μετακυλιστεί πλήρως. Ταυτόχρονα, οι μεταβολές στις αγορές λιανικής και στον καθορισμό των τιμών υποδηλώνουν ότι η μετακύλιση έχει γίνει κάπως ταχύτερη από ό,τι στο παρελθόν σε ορισμένες χώρες. Τα δημοσιονομικά μέτρα για την αντιστάθμιση των υψηλών τιμών της ενέργειας και του πληθωρισμού διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο για τις προοπτικές του πληθωρισμού στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Εκτιμάται ότι περιόρισαν τον γενικό πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα το 2022 και αναμένεται να περιορίσουν και πάλι τον πληθωρισμό κατά 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας το 2023. Στη συνέχεια, ωστόσο, η άρση αυτών των μέτρων αναμένεται να ασκήσει σημαντική ανοδική πίεση στον πληθωρισμό, προσθέτοντας 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας το 2024 και 0,4 της ποσοστιαίας μονάδας το 2025.[12]
Τα δημοσιονομικά μέτρα για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης έχουν μικρή ανοδική επίδραση στις προοπτικές για τον πληθωρισμό.[13] Εκτιμάται ότι συμβάλλουν περίπου 0,1 της ποσοστιαίας μονάδας στον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) για κάθε έτος του χρονικού ορίζοντα προβολής. Στο παρελθόν, οι αυξήσεις των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ της ΕΕ συνέβαλαν στην αύξηση των χονδρικών τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.[14] Ωστόσο, με βάση τις τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (βλ. Πλαίσιο 1), η συμβολή τους στον γενικό πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής αναμένεται να είναι οριακή.
Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) των ειδών διατροφής αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα έτη του χρονικού ορίζοντα προβολής σύμφωνα με τις υποθέσεις για τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων. Η εξασθένηση του πληθωρισμού των τιμών της ενέργειας διαδραματίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην εξασθένηση του πληθωρισμού των τιμών των ειδών διατροφής, δεδομένων των ανοδικών πιέσεων στις τιμές από την απότομη αύξηση του κόστους των ενεργειακών εισροών που εξακολουθεί να επικρατεί βραχυπρόθεσμα. Βάσει των υποθέσεων, οι τιμές παραγωγού θα μειωθούν με βραδύ ρυθμό στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής και θα παραμείνουν σε επίπεδο ιστορικώς υψηλό και επίσης υψηλότερο από ό,τι αναμενόταν στις προβολές του Σεπτεμβρίου. Ως εκ τούτου, ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,3% το 2025, δηλ. σε επίπεδο κάπως υψηλότερο από τον ιστορικό μέσο όρο του.
Ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής αναμένεται, βάσει των προβολών, να μετριαστεί καθώς τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού και οι πιέσεις σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών θα εξασθενούν, ενώ θα παραμείνει αυξημένος με βάση τα ιστορικά δεδομένα λόγω της έντονης αύξησης των μισθών. Η αναμενόμενη μείωση από 4,2% το 2023 σε 2,4% το 2025 ακολουθεί την εξάλειψη των ανοδικών επιδράσεων από τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού καθώς και από την επανεκκίνηση της οικονομίας, σε συνδυασμό με τις εμφανιζόμενες με χρονική υστέρηση επιδράσεις λόγω επιβράδυνσης της ανάπτυξης και την κάποια υποχώρηση των έμμεσων επιπτώσεων λόγω των υψηλότερων τιμών της ενέργειας. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής διαμορφώνεται σε 2,4% κατά μέσο όρο το 2025 αντανακλά τις εμφανιζόμενες με χρονική υστέρηση επιδράσεις από την υποτίμηση του ευρώ, καθώς και τη στενότητα στις αγορές εργασίας και τις επιδράσεις των μέτρων αντιστάθμισης του πληθωρισμού στους μισθούς.
Διάγραμμα 6
Πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) στη ζώνη του ευρώ – ανάλυση στις κύριες συνιστώσες
Ο ρυθμός αύξησης των μισθών αναμένεται να είναι έντονος σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Ο ρυθμός αύξησης των μισθών, όπως μετρείται με βάση τη μισθολογική δαπάνη ανά μισθωτό, αναμένεται, βάσει των προβολών, να επιταχυνθεί από 4,5% το 2022 σε 5,2% το 2023 και στη συνέχεια να υποχωρήσει σε 4,5% το 2024 και 3,9% το 2025 καθώς θα μειώνεται ο πληθωρισμός. Οι μισθοί αναμένεται, σύμφωνα με τις προβολές, να αυξηθούν με ρυθμούς πολύ υψηλότερους από τον ιστορικό μέσο όρο, αντανακλώντας την ανθεκτικότητα των αγορών εργασίας, τις αυξήσεις των κατώτατων μισθών και τα μέτρα αντιστάθμισης του πληθωρισμού. Σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου, οι αυξήσεις των μισθών έχουν αναθεωρηθεί προς τα άνω σωρευτικά κατά 1,4 ποσοστιαία μονάδα την περίοδο 2022-24, κυρίως λόγω της υψηλότερης αντιστάθμισης για τον πληθωρισμό. Ωστόσο, εξακολουθεί να αναμένεται απώλεια πραγματικών μισθών το 2022 και το 2023, η οποία, σύμφωνα με τις προβολές, θα ανακτηθεί εν μέρει στο υπόλοιπο διάστημα του χρονικού ορίζοντα προβολής. Ο ρυθμός αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αναμένεται να επιταχυνθεί περαιτέρω το 2023 λόγω των προβλεπόμενων πρόσθετων μισθολογικών αυξήσεων, καθώς και της εξασθένησης του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας μετά την οικονομική επιβράδυνση στο πλαίσιο της τάσης των επιχειρήσεων να διατηρούν το πλεονάζον προσωπικό. Στη συνέχεια, ο ρυθμός αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος προβλέπεται ότι θα αρχίσει να υποχωρεί, καθώς η αύξηση των μισθών θα μετριάζεται και, ιδίως, καθώς ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας θα ανακάμπτει συμβαδίζοντας με την αναμενόμενη ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των τιμών των εισαγομένων επιταχύνθηκε το 2022, αλλά αναμένεται να μετριαστεί σημαντικά το 2023 και να παραμείνει ουσιαστικά στάσιμος τα δύο τελευταία έτη του χρονικού ορίζοντα προβολής. Στη διάρκεια του 2023 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης προβλέπεται να υποχωρήσει έντονα, συμβαδίζοντας με τη μείωση, βάσει των υποθέσεων, των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων και με την άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού για τις εισαγόμενες εισροές.
Σε σύγκριση με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου 2022, οι προοπτικές για τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) αναθεωρήθηκαν προς τα άνω κατά 0,3 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2022, κατά 0,8 της ποσοστιαίας μονάδας για το 2023 και κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα για το 2024. Οι προς τα άνω αναθεωρήσεις σχετίζονται κυρίως με τα πρόσφατα υψηλότερα από τα αναμενόμενα στοιχεία, σε συνδυασμό με την επαναξιολόγηση της έντασης και της επιμονής των πιέσεων σε προγενέστερα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών (συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων του κόστους των εισροών για τον τομέα παραγωγής τροφίμων) και τη μετακύλισή τους, καθώς και με αναθεωρήσεις προς τα άνω των προοπτικών για αύξηση των μισθών. Τα νέα δημοσιονομικά μέτρα που αποφασίστηκαν μετά τις προβολές του Σεπτεμβρίου 2022, ιδίως εκείνα που αποσκοπούν στη μείωση των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας, έχουν καθοδική επίδραση κατά 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας το 2023, αντισταθμίζοντας έτσι εν μέρει ορισμένες από τις προαναφερθείσες ανοδικές επιδράσεις. Το 2024, ωστόσο, η άρση αυτών των μέτρων συμβάλλει κατά 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας στην προς τα άνω αναθεώρηση του γενικού πληθωρισμού. Οι προς τα κάτω αναθεωρήσεις των υποθέσεων για τις τιμές των ενεργειακών βασικών εμπορευμάτων, οι λιγότερο ευνοϊκές προοπτικές για την ανάπτυξη, η ταχύτερη άμβλυνση των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και η πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ αντισταθμίζουν μόνο εν μέρει τις προς τα άνω αναθεωρήσεις του γενικού πληθωρισμού.
Πλαίσιο 4
Ανάλυση ευαισθησίας: εναλλακτικές πορείες των τιμών της ενέργειας
Δεδομένης της σημαντικής αβεβαιότητας που περιβάλλει τις μελλοντικές εξελίξεις των τιμών της ενέργειας, διάφορες αναλύσεις ευαισθησίας αξιολογούν τις μηχανιστικές συνέπειες για τις προβολές του βασικού σεναρίου από εναλλακτικές υποθέσεις. Το παρόν πλαίσιο εξετάζει κατ’ αρχάς τους κινδύνους για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές του πληθωρισμού από πιθανές εξαιρετικά έντονες μεταβολές των τιμών των ενεργειακών βασικών εμπορευμάτων, δεδομένης της τρέχουσας υψηλής μεταβλητότητας αυτών των τιμών. Στη συνέχεια, αξιολογούνται οι επιδράσεις από επιλεγμένες εναλλακτικές πορείες των τιμών της ενέργειας στον ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ και τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής.
Η τρέχουσα υψηλή μεταβλητότητα των τιμών του πετρελαίου και ιδίως του φυσικού αερίου έχει αυξήσει σημαντικά την αβεβαιότητα που περιβάλλει τις προοπτικές για τον πληθωρισμό στον πολύ βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτή η έντονη βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα συνήθως δεν αποτυπώνεται στην κατανομή πιθανοτήτων γύρω από τις τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, όπως υπολογίζεται με βάση τα δικαιώματα προαιρέσεως (βλ. παρακάτω). Για την αξιολόγηση αυτής της βραχυπρόθεσμης ευαισθησίας, μια πιθανή μέθοδος είναι να ληφθεί υπόψη το ανώτατο και το κατώτατο εύρος για τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και στη συνέχεια να καταρτιστούν προβλέψεις για τον βραχυπρόθεσμο πληθωρισμό βάσει αυτού του εύρους. Στην παρούσα ανάλυση ευαισθησίας, το εύρος τιμών για το πετρέλαιο κυμαίνεται από 60 έως 120 δολάρια ΗΠΑ ανά βαρέλι και για τις χονδρικές τιμές του φυσικού αερίου από 50 έως 200 ευρώ ανά MWh. Οι τιμές αυτές, οι οποίες, βάσει των υποθέσεων, θα διαρκέσουν από τον Δεκέμβριο του 2022 έως τον Μάρτιο του 2023, ενσωματώνονται στο σύνολο εξισώσεων για την ενέργεια (για τα καύσιμα, την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο) που χρησιμοποιούν οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ για να προβλέψουν τον βραχυπρόθεσμο πληθωρισμό. Οι βασιζόμενες στις προβολές μέγιστες αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα οδηγήσουν σε άνοδο του γενικού πληθωρισμού (βάσει του ΕνΔΤΚ) κατά 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα το α΄ τρίμηνο του 2023, σε σύγκριση με το βασικό σενάριο των προβολών. Οι βασιζόμενες στις προβολές μέγιστες μειώσεις των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα έχουν συμμετρική επίδραση, μειώνοντας τον γενικό πληθωρισμό κατά 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα το α΄ τρίμηνο του 2023.
Διάγραμμα
Εναλλακτικές πορείες του πληθωρισμού (βάσει του ΕνΔΤΚ) σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα
Εξετάζοντας όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής, οι εναλλακτικές πορείες των τιμών της ενέργειας προκύπτουν από τις τιμές του πετρελαίου όπως υπολογίζονται με βάση τα δικαιώματα προαίρεσης, τα πρόσφατα σφάλματα πρόβλεψης και μια πορεία σταθερών τιμών. Οι εναλλακτικές πορείες που αποκλίνουν προς τα κάτω και προς τα άνω σε σχέση με τις υποθέσεις του βασικού σεναρίου προκύπτουν από το 25ο και το 75ο εκατοστημόριο των πυκνοτήτων πιθανότητας μηδενικού κινδύνου με βάση δικαιώματα προαίρεσης για την τιμή του πετρελαίου στις 23 Νοεμβρίου 2022 (την τελευταία ημερομηνία υποβολής στοιχείων για τις τεχνικές υποθέσεις). Η κατανομή αυτή δείχνει κάποια καθοδική κλίση. Επειδή παρόμοιες κατανομές για τις τιμές του φυσικού αερίου δεν είναι διαθέσιμες, αυτές οι εναλλακτικές πορείες προκύπτουν από το 25ο και το 75ο εκατοστημόριο της κατανομής που βασίζεται σε πρόσφατα σφάλματα πρόβλεψης των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί των τιμών του φυσικού αερίου. Επιπλέον, εξετάζεται μια υπόθεση σταθερών τιμών τόσο για τις τιμές του πετρελαίου όσο και για τις τιμές του φυσικού αερίου.
Οι επιδράσεις από αυτές τις εναλλακτικές υποθέσεις αξιολογούνται με τη χρήση μιας σειράς μακροοικονομικών υποδειγμάτων των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος και της ΕΚΤ που χρησιμοποιούνται στις προβολές. Οι μέσες επιδράσεις στον ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ και στον πληθωρισμό σε όλα αυτά τα υποδείγματα παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι υψηλότερες προς τα άνω αποκλίσεις από τις προβολές του βασικού σεναρίου για τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) αφορούν το 75ο εκατοστημόριο για το 2023-25, το οποίο υποδηλώνει ότι ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) θα μπορούσε να είναι υψηλότερος κατά 0,5-0,6 της ποσοστιαίας μονάδας. Το σενάριο που βασίζεται στη σταθερή πορεία υποδηλώνει μικρότερες επιπτώσεις το 2023-24, αλλά παρόμοια απόκλιση προς τα άνω για τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) το 2025. Αντιθέτως, στο σενάριο που βασίζεται στο 25ο εκατοστημόριο, ο πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) θα ήταν χαμηλότερος κατά 0,8-0,9 της ποσοστιαίας μονάδας το 2023-24 και κατά 0,6 της ποσοστιαίας μονάδας το 2025. Οι επιδράσεις στον ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ είναι -0,1 της ποσοστιαίας μονάδας το 2024 και το 2025 για το 75ο εκατοστημόριο και την υπόθεση σταθερών τιμών, ενώ η πορεία του 25ου εκατοστημορίου υποδηλώνει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μεγαλύτερο κατά 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας το 2024 και κατά 0,1 της ποσοστιαίας μονάδας το 2025.
Πίνακας
Επιδράσεις εναλλακτικών υποθέσεων για την εξέλιξη των τιμών της ενέργειας
Πλαίσιο 5
Προβλέψεις άλλων οργανισμών
Προβλέψεις για τη ζώνη του ευρώ διατίθενται τόσο από διεθνείς οργανισμούς όσο και από ιδρύματα του ιδιωτικού τομέα. Ωστόσο, αυτές οι προβλέψεις δεν είναι άμεσα συγκρίσιμες μεταξύ τους ή με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, καθώς έχουν ολοκληρωθεί σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Επιπλέον, αυτές οι προβολές χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους για την εξαγωγή υποθέσεων σχετικά με τις δημοσιονομικές, χρηματοοικονομικές και εξωτερικές μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων. Τέλος, υπάρχουν διαφορές στις μεθόδους διόρθωσης ως προς τον αριθμό των εργάσιμων ημερών μεταξύ των διαφόρων προβλέψεων.
Πίνακας
Σύγκριση πρόσφατων προβλέψεων για τον ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ και τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) στη ζώνη του ευρώ
Οι προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2022 βρίσκονται στο άνω άκρο ή διαμορφώνονται σε υψηλότερα επίπεδα από άλλες προβλέψεις τόσο για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ όσο και για τον πληθωρισμό σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Οι προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για την ανάπτυξη διαμορφώνονται σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα από το εύρος διαστήματος άλλων προβλέψεων για το 2022 (ενδεχομένως λόγω της συμπερίληψης των πιο πρόσφατων αναθεωρήσεων στοιχείων προς τα άνω για τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους). Για το 2023 και το 2025 βρίσκονται εντός του αντίστοιχου διαστήματος, ενώ για το 2024 οι προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος διαμορφώνονται στο υψηλότερο επίπεδο. Όσον αφορά τον πληθωρισμό, οι προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος βρίσκονται εντός των διαστημάτων άλλων προβλέψεων για το 2022 και το 2023 και στο άνω άκρο ή πάνω από το εύρος διαστήματος για το 2024 και το 2025.
© Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, 2022
Ταχυδρομική διεύθυνση 60640 Frankfurt am Main, Germany
Τηλέφωνο +49 69 1344 0
Δικτυακός τόπος www.ecb.europa.eu
Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για εκπαιδευτικούς και μη εμπορικούς σκοπούς εφόσον αναφέρεται η πηγή.
Για την ορολογία, μπορείτε να συμβουλευθείτε το γλωσσάριο της ΕΚΤ (διαθέσιμο μόνο στα αγγλικά).
HTML ISSN 2529-4679, QB-CF-22-002-EL-Q
Η τελευταία ημερομηνία που καλύπτουν οι τεχνικές υποθέσεις, π.χ. για τις τιμές του πετρελαίου και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, ήταν η 23η Νοεμβρίου 2022. Οι προβολές για την παγκόσμια οικονομία οριστικοποιήθηκαν στις 24 Νοεμβρίου και οι μακροοικονομικές προβολές για τη ζώνη του ευρώ οριστικοποιήθηκαν στις 30 Νοεμβρίου 2022. Οι προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ του Δεκεμβρίου 2022 περιλαμβάνουν την Κροατία ενόψει της ένταξής της στη ζώνη του ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2023. Τα ιστορικά στοιχεία για τη ζώνη του ευρώ περιλαμβάνουν επίσης την Κροατία για όλες τις μεταβλητές εκτός του ΕνΔΤΚ. Οι παρούσες προβολές καλύπτουν την περίοδο 2022-25. Οι προβολές που αφορούν τόσο μεγάλο χρονικό ορίζοντα χαρακτηρίζονται από πολύ υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την ερμηνεία τους. Βλ. το άρθρο με τίτλο «An assessment of Eurosystem staff macroeconomic projections» που δημοσιεύθηκε στο Μηνιαίο Δελτίο της ΕΚΤ του Μαΐου 2013. Βλ. http://www.ecb.europa.eu/pub/projections/html/index.en.html για μια επεξεργάσιμη έκδοση των στοιχείων στα οποία βασίζονται επιλεγμένοι πίνακες και διαγράμματα. Πλήρης βάση δεδομένων με προηγούμενες μακροοικονομικές προβολές εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ και του Ευρωσυστήματος διατίθεται στη διεύθυνση https://sdw.ecb.europa.eu/browseSelection.do?node=5275746.
Η ρευστή συνιστώσα των αποταμιεύσεων υπολογίζεται ως το ποσό των συσσωρευμένων τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών που υπερβαίνει το επίπεδο που παρατηρήθηκε το δ’ τρίμηνο του 2019, ανά κλιμάκιο διαθέσιμου εισοδήματος. Για τη συγκέντρωση αποταμιεύσεων, βλ. M. Dossche, D. Georgarakos, A. Kolndrekaj and F. Tavares, «Household saving during the COVID-19 pandemic and implications for the recovery of consumption», Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2022.
Η αξιολόγηση αυτή γίνεται σε συνέχεια της δέσμευσης να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος των σχετικών με το κλίμα δημοσιονομικών μέτρων που περιλαμβάνονται στις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων στο πλαίσιο του οδικού χάρτη της ΕΚΤ για την κλιματική αλλαγή (βλ. https://www.ecb.europa.eu/press/pr/date/2021/html/ecb.pr210708_1_annex~f84ab35968.el.pdf).
Η υπόθεση που αφορά τις ονομαστικές αποδόσεις των 10ετών ομολόγων του Δημοσίου στη ζώνη του ευρώ βασίζεται στον σταθμισμένο μέσο όρο των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων αναφοράς των χωρών, σταθμισμένο ως προς το ετήσιο ΑΕΠ και με επέκταση της σειράς με βάση την προβλεπόμενη εξέλιξη που προκύπτει από την εκτιμώμενη από την ΕΚΤ καμπύλη αποδόσεων κατά την έκδοση όλων των 10ετών ομολόγων χωρών της ζώνης του ευρώ, ενώ η αρχική απόκλιση μεταξύ των δύο σειρών διατηρείται σταθερή στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής. Οι διαφορές αποδόσεων μεταξύ ομολόγων του Δημοσίου επιμέρους χωρών και του αντίστοιχου μέσου όρου της ζώνης του ευρώ θεωρούνται, βάσει των υποθέσεων, σταθερές στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής.
Ο δείκτης Q του Tobin είναι ο λόγος της αξίας ενός οικιστικού ακινήτου προς το κόστος κατασκευής του.
Σύµφωνα µε τον ορισµό του ισοζυγίου πληρωµών.
Η ελαστικότητα υποκατάστασης σχετικά με τις περικοπές της παραγωγής στο σενάριο δυσμενών εξελίξεων υπολογίζεται με τη μέθοδο της συνάρτησης παραγωγής CES των Bachmann, R., Baqaee, D., Bayer, C., Kuhn, M., Löschel, A., Moll, B., Peichl, A., Pittel, K. and Schularick, M., “What If? The Economic Effects for Germany of a Stop of Energy Imports from Russia", ECONtribute Policy Brief, αριθ. 28, Μάρτιος 2022, όπως επεκτάθηκε από τους Borin, A., Conteduca, F.P., Di Stefano, E., Gunnella, V., Mancini, M. and Panon, L., "Quantitative assessment of the economic impact of the trade disrupts after the Russian Invasion of Ukraine", Occasional Papers, No 700, Banca d’Italia, Ιούνιος 2022. Αυτή η ελαστικότητα αφορά τη δυνατότητα υποκατάστασης της εισαγόμενης ενέργειας με εγχώριους ενεργειακούς πόρους ή, γενικότερα, με τον βαθμό στον οποίο οι οικονομικοί παράγοντες είναι πρόθυμοι να ανακατανείμουν τις δαπάνες τους από την εισαγόμενη ενέργεια σε άλλα προϊόντα.
Angelini, E., Bokan, N., Christoffel, K., Ciccarelli, M. and Zimic, S., "Introducing ECB-BASE: The blueprint of the new ECB semi-structural model for the euro area”, Working Paper Series, No 2315, ΕΚΤ, Σεπτέμβριος 2019.
Σε σύγκριση με το σενάριο δυσμενών εξελίξεων που δημοσιεύθηκε στο πλαίσιο των μακροοικονομικών προβολών των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου 2022, βασική διαφορά στο τρέχον σενάριο δυσμενών εξελίξεων είναι ότι υποθέτει ελλείψεις στον εφοδιασμό φυσικού αερίου τους επόμενους δύο χειμώνες, ενώ το σενάριο δυσμενών εξελίξεων του Σεπτεμβρίου 2022 υπέθετε ότι η κυριότερη διαταραχή πλήττει την οικονομία τον χειμώνα του 2022-23. Αυτό οδηγεί σε εντονότερες επιδράσεις τόσο στο ΑΕΠ όσο και στον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ), ο οποίος, σύμφωνα με το τρέχον σενάριο, υποχωρεί πλέον σε επίπεδο χαμηλότερο του βασικού σεναρίου προς το τέλος του χρονικού ορίζοντα προβολής λόγω του σημαντικού βαθμού υποαπασχόλησης των πόρων στην οικονομία και της αντιστροφής ορισμένων υποθέσεων την περίοδο 2024-25.
Οι προβολές για τα δημοσιονομικά μεγέθη περιλαμβάνουν μόνο τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας που, κατά την τελευταία ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων, έχουν ήδη ψηφιστεί από τα κοινοβούλια ή έχουν εγκριθεί από τις κυβερνήσεις και τα οποία έχουν προσδιοριστεί λεπτομερώς και είναι πιθανόν να εγκριθούν νομοθετικά.
Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η υψηλή αβεβαιότητα που συνδέεται με την πρόσφατη ακραία μεταβλητότητα, ιδίως στις χονδρικές τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, το Πλαίσιο 4 παρέχει ανάλυση ευαισθησίας για τον πληθωρισμό (βάσει του ΕνΔΤΚ) με βάση ποικίλες υποθέσεις για τις τιμές των ενεργειακών βασικών εμπορευμάτων.
Σημειώνεται ότι, αν ληφθούν υπόψη άλλα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, τα οποία θεσπίζονται κατά τη διακριτική ευχέρεια των εθνικών αρχών και δεν σχετίζονται με την αντιστάθμιση των υψηλών τιμών της ενέργειας και του πληθωρισμού, οι επιδράσεις στον πληθωρισμό είναι -0,1 της ποσοστιαίας μονάδας το 2023, 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας το 2024 και 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας το 2025.
Βλ. υποσημείωση 3.
Βλ. το πλαίσιο με τίτλο «Τιμές δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης της ΕΚΤ για την κλιματική αλλαγή», Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 6, ΕΚΤ, 2021 και το άρθρο με τίτλο «Energy price developments in and out of the COVID-19 pandemic – from commodity prices to consumer prices (στα αγγλικά)», Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 4, ΕΚΤ, 2022.
- 15 December 2022
- 29 December 2022